Monday 26 November 2012

Πότε...

Αν σε βαλω σε μια καρεκλα να καθισεις,

να κλεισεις τα ματια, 
να αφεθεις, 
νομιζεις θα μπορεσεις να θυμηθεις;

Θα σε ρωτησω πότε.

Ποτε ησουν παιδι;
Πότε ηταν που ταξιδευες επανω σ ενα κοκκινο χαλι με μια φαντασια που κανεις δεν σου ειπε που να βρεις, και πότε κοριτσακι που αποτυπωσε ολα τα χρωματα ενος αδιαφορου δειλεινου με μια θλιψη που κανεις δε σου εχτισε;
Πότε ησουν το κοριτσι του μπαμπα που σου εφτιαχνε βυσσιναδα και ποτε ησουν τοσο μικρη που ανακαλυψες τη χαρα του μισοφεγγαρου καρπουζιου με τα χερια;
Πότε ηταν που απομονωσες για λιγο τα τζιτζικια και ακουσες τους βαλτους στα Ανεμοδαρμενα Υψη;
Πότε επαιζες κυνηγητο και γυρναγες με ματωμενα γονατα;
Ποτε ριγησες πρωτη φορα με ενα βιβλιο και ποτε ενιωσες να αλλαζεις επειδη ανακαλυψες τη μουσικη;
Ποτε κλειστηκες πρωτη φορα στην ησυχια του δωματιου σου και ποτε αμφισβητησες τους γονεις σου;
Πότε εγινες αυτο που εγινες, ποτε δημιουργηθηκες απο το ουδετερο, ποτε απεκτησες χρωματα και σκεψεις ολοδικες σου;
Ποτε εκλεισες τα ματια για να γνωρισεις την εμπνευση και να εκτιμησεις τις αισθησεις σου;
Πότε ηταν που σε κραταγαν απ το χερι και εσυ απλα επρεπε να ξερεις να περπατας, οχι να ξερεις τους δρομους, και ποτε ελεγες "εγω οταν μεγαλωσω θα γινω...";
Πότε αποφασισες;
Πότε καταλαβες οτι τα γραπτα σου εχουν δυναμη και ποτε εκλαψες με ενα ποιημα χωρις να εχεις λογο;
Πότε δεν καταλαβαινες τι εχουν ολοι αυτοι οι ανθρωποι γυρω σου και δεν χαμογελανε;
Πότε ηταν ολα τοσο ευκολα και τα καλοκαιρια περναγαν χωρις να σκεφτεσαι οτι καποτε δεν θα ξαναυπαρχουν τετοια καλοκαιρια;
Ποτε σε σπρωξανε να περασες τις πυλες μιας σχολης που διαλεξες ή μπορει και οχι;
Πότε εφυγες απ το σπιτι και ποτε εμαθες να σκυβεις το κεφαλι στον πελατη και ποτε ξενυχτησες για μια εξεταστικη και ποτε μετακομισες κιολας στο δευτερο σου σπιτι;
Ποτε εκανες φιλους, ποτε τους εχασες, ποτε καταλαβες τι σου ταιριαζει;
Ποτε ταξιδεψες μονη, και απο ποτε αρχισες να αναστεναζεις;
Ποτε τελειωσαν ολα τα ευκολα και ποτε αρχισε η πραγματικη ζωη;
Και πότε σου ζητησαν να σηκωσεις την υδρογειο στα χερια σου;

(καποιες μερες σταματας να πιστευεις στη μαγεια της ζωης κι απλα θυμασαι που ησουνα παιδι και πιστευες οτι θα κατακτησεις τον κοσμο)

Sunday 30 September 2012

Κάτι πρωινά σαν αυτά του Τίφαννυς


Το ξυπνητήρι χτύπησε τη σωστή ώρα. Όχι αυτήν που έπρεπε να ξυπνήσει, αλλά αυτή που του επέτρεπε να νιώσει το σώμα του τυλιγμένο στα σεντόνια, να αγκαλιάσει τους ώμους του , να μυρίσει το μαξιλάρι του, να τεντωθεί πανηγυρίζοντας την ανυπακοή του στο χρόνο και ίσως να προλάβει να την ονειρευτεί. Λίγο ψυχαναγκαστικά.

Σηκώθηκε και άρχισε να ετοιμάζει πρωινό. 'Εστρωσε ένα μπλέ τραπεζομάντιλο και τοποθέτησε δύο άδεια πιάτα , που καθρέφτιζαν ομοιόμορφα το πρόσωπο του και ένα βάζο με πλαστικές μαργαρίτες - που δεν μαδιούνται ούτε από αγάπη ούτε από μίσος.

Αφού τα ετοίμασε όλα, έβγαλε μία φωτογραφία το στρωμένο  τραπέζι. Γέμισε ένα κολωνάτο ποτήρι με χυμό πορτοκάλι-μπανάνα, μέσα στον οποίον επέπλεαν μικρά κύτταρα  φρεσκάδας και φυσικότητας. Σέρβιρε προσεκτικά σ'ένα φλιτζάνι αχνιστό γαλλικό καφέ με άρωμα φουντούκι και πικραμύγδαλα. Άλειψε σε δύο φέτες φρυγανισμένο ψωμί (που είχε πεταχτεί από τη τοστιέρα ακριβώς τη στιγμή που ξύριζε το λακκάκι στο πιγούνι του) φρέσκο βούτυρο, που έλιωνε ήρεμα, αντιδρώντας στην θερμότητα. Με ένα μαχαίρι πρόσθεσε μαρμελάδα από άγριο βατόμουρο με κομματάκια από σπόρια που έτριζαν στο δάγκωμα. Συνέχισε με τις αφράτες τηγανίτες που τις περιέλουσε ξεκινώντας από την κορυφή της στοίβας με σιρόπι σφενδάμου. Πρόσθεσε αλάτι και πιπέρι στα αυγά και το μπέικον που ακόμα τσιτσίριζαν στο τηγάνι. Τέλος καθάρισε δύο μήλα. Ένα κόκκινο και ένα πράσινο. Σχηματίζοντας μικρά φλουδένια λουλούδια από αψεγάδιαστες ροδέλες που θα κατέληγαν στα σκουπίδια. Έτριψε επίμονα το στόμα του με μια άσπρη υφασμάτινη πετσέτα με το μονόγραμμά του στη γωνία. Το λέρωσε. Σηκώθηκε από το τραπέζι. Πόσταρε στο Facebook την φωτογραφία, την ώρα που έγλειφε το μαχαίρι του βουτύρου, ελπίζοντας να τη δει εκείνη. Να τη δει και να ζηλέψει που κάποια άλλη μοιράζεται (δύο πιάτα) το πρωινό μαζί του. Ίσως και όλα τα πρωινά.

Έκλεισε την πόρτα με θόρυβο και ξεκίνησε για τη δουλειά. Τα πόδια του κατέβαιναν τα σκαλιά του μετρό, ενώ το μυαλό του σκούπιζε ακόμα τη μαρμελάδα από τα χείλη της. Δεν είχε χορτάσει. Η μαρμελάδα ήταν άγριο βατόμουρο.
 

Sunday 23 September 2012

Το βάλς των γλάρων

Από το παράθυρο βλέπω μολυβί το θόλο. Έχει μια γλύκα όμως. Δεν είναι βαριά τα σύννεφα, ανάλφρα είναι μα πυκνά, σαν φίλτρο φυσικό του ήλιου και ρίχνουνε πάνω στην ακύμαντη θάλασσα ένα λαμπερό και ενιαίο φως, δίχως σκιές και λάμψεις. Αυτό το γαλήνιο φως που δηλώνει πάντα πως αλλάζει ο αέρας, διαρκεί για λίγη ώρα αλλά μαγεύει τα γλαροπούλια. Τα κάνει να τα χάνουνε, να κάθονται όλα μαζί μες στο λιμάνι και να πλέουνε, κάποια ανοίγουνε φτερό μα μετανιώνουνε γρήγορα και γυρνάνε ξανά στη θέση τους, δίπλα στ' άλλα.

Χτύπησε το κουδούνι και ήτανε ο ταχυδρόμος. Μου έφερε ένα cd, απρόσμενο δώρο. Καθώς το έβαλα να παίξει συνειδητοποίησα πως κάτι τέτοιες στιγμές η φύση παίρνει ιδέες από σπουδαίους ανθρώπους και πορεύεται πάνω σ' αυτές για να εντυπωσιάζει όλους εμάς τους αδαείς.
Αλλιώς δεν εξηγείται τ' ότι οι γλάροι έξω από το τζάμι μου χορεύουνε Tchaikovsky... 

Απουσίες

Λυσσομανάει ο βοριάς απ' έξω, βράζει το λιμάνι. Ο κόκκινος φάρος του, ο νοτινός, στέκει εκεί αγέρωχος, ανάβει σβήνει στα καθορισμένα του δευτερόλεπτα όπως κάθε νύχτα, μια κόκκινη τελεία μέσα στη μαυρίλα της θάλασσας. Πλάι του η μπούκα θεοσκότεινη σαν μήτρα κι απέναντί του ο αδελφός του που παραδόσθηκε στη μανία της κακοκαιρίας, λιγοψύχισε και δεν ανάβει πια το πράσινό του φέγγος.

Έσβησε ο πράσινος φάρος απόψε, παράδωσε το πνεύμα κι έμεινε το λιμάνι να στέκει εδώ μπροστά μου σαν κουτσό, σαν να 'χει χάσει την ισορροπία του και γέρνει.

Για να βγει το βαπόρι ασφαλώς, πήγε δίπλα στο φάρο το περιπολικό του λιμεναρχείου κι άναψε το δικό του, εκείνον που 'χει κατάκορφα, τον μπλε στριφογυριστό της καταδίωξης, για να τον βλέπει ο καπετάνιος και να κάνει κουμάντο. Μα σαν το βαπόρι έφυγε, φύγανε και οι λιμενικοί από την άκρη του μόλου κι έμεινε πάλι κουτσό το λιμάνι.
Ελπίζω αύριο να αντικαταστήσουνε την κουρασμένη λάμπα του πράσινου φάρου, τον έχω για παρέα τις νύχτες κι απόψε μου λείπει 

Friday 7 September 2012

Remember


Θυμάμαι τότε που είχα πάρει την στροφή κάπως περίεργα- δεν μου το βγάζεις από το μυαλό πως είχε και χυμένα λάδια κάτω- και βρέθηκα ανάποδα, αρτιμελής μα σαστισμένος. 

Από τότε σε κάθε ανηφορική δεξιά στροφή η μνήμη του σώματος παίρνει πρωτοβουλία. Τα χέρια σφίγγουν το τιμόνι, το σώμα κάπως καμπουριάζει, λίγο τα μάτια σμίγουν και η ανάσα γίνεται κάπως κοφτή. Μιλάμε για δευτερόλεπτα και αντίδραση ανεπαίσθητη, αν δεν το ξέρεις δεν θα το προσέξεις μα είναι εκεί. 

Μιαν άλλη φορά που σε είδα -μήνες μετά- το σώμα μου θυμήθηκε και λύθηκε στην αγκαλιά σου σαν να ήταν παλιά. 

Είχε περάσει όμως καιρός και αμέσως μετά ήρθε μια ανηφορική δεξιά στροφή από το πουθενά.

Tuesday 4 September 2012


Να φερθείς σαν θεομηνία στ’ απομεινάρια μου,
θα ‘ταν μια ιστορία που πικραίνει στο κέντρο.

Mεγάλες γλώσσες για τα υπάρχοντά σου,
ένα καλοκαίρι χαρισμένο στον υπόλοιπο χρόνο.

Mπορώ και καλύτερα,
δεν αρκεί κάποια πρόποση που αγριεύει σε ύφος.

Yπάρχει δουλειά που γίνεται όταν λείπεις.

Προφανώς θα γυρίσεις και θα ‘βρεις τα όρια τακτοποιημένα
σχεδόν σαν αστέρια 

Saturday 11 August 2012

Αντικαταθληπτικά

Όλα συνέχισαν να κυλάνε όσο εμείς λείπαμε σε διακοπές.
Ο χρόνος συνέχισε να περνάει με εμάς να λιώνουμε κάτω απ' τον ήλιο.
Κάποιοι συνέχισαν τον αγώνα ενώ εμείς τους βλέπαμε στις ειδήσεις των 8.

Συνεχίσαμε την άψογη εκτέλεση της πολύ καλά μαθημένης υπομονής μας.
Η αναβλητικότητα χτύπησε κόκκινο.
Το σεξ μειώθηκε, δεν είχαμ λεφτά.

Ωραία θα ταν στην φυλακή,
τουλάχιστον εκεί δεν πληρώνουν για φαΐ και γαμήσι.
Εμείς βέβαια βλέπουμε καθαρά τον ήλιο κάθε πρωί.

Και χαμογελάμε και ξεχνάμε και συνεχίζουμε.
Συνεχίζουμε τις μίζερες ζωές μας κάτω απ τον ήλιο,
ψάχνωντας ηρεμία, ισορροπία και αγάπη.

Τουρίστες στις ίδιες μας τις ζωές.
Σκαρώνουμε ωδές στον ήλιο
και συνεχίζουμε το ταξίδι μας, φορτωμένοι ελπίδες κι αντικαταθληπτικά.

Πιστεύω εις ένα θεό πατέρα παντοκράτορα.
Αγοράζω πελάγη, όνειρα κι ένα σκυλί
να χεις κάτι ν' αγαπήσεις.

και ξεκινάμε.

Συγγνώμη λάθος, δεν ξεκινάμε, 
συνεχίζουμε...

Friday 20 July 2012

Έρωτας


Έκλεισε τα μάτια του. Προσπάθησε να μην σκέφτεται πόσο πολύ ήθελε να κάνει σεξ. Η γυναίκα δίπλα του μύριζε διαφορετικά. Σκέφτηκε, πως μαζί με όλα τα άλλα, θα είχε αλλάξει και σαμπουάν.

Ήθελε να ανάψει τσιγάρο. Είχε καπνίσει όμως πολύ. Ο λαιμός του τον ενοχλούσε. Συν το ότι τα λεφτά που είχε ήταν πια λίγα. Ήπιε μια γουλιά απ’ το ποτό που της είχε φτιάξει. Ύστερα μια ακόμα. Είχε βάλει τελικά πολύ λεμονάδα. Θα ‘πρεπε να το είχε κάνει πιο δυνατό, να την μεθύσει, να ρίξει τις αναστολές της.

Τα μπούτια της ήταν γυμνά. Το ίδιο και τα πλευρά της, μέσα απ’ τα κομμένα μανίκια της μπλούζας. Φαινόταν λίγο το σουτιέν της, ένα κίνκυ λευκό σουτιέν που έμοιαζε λίγο με σεμέν.

Την ξύπνησε χαϊδεύοντας της τον ώμο. Εκείνη του απάντησε με κλειστά τα μάτια. Ένα σιγανό μμμ… Της είπε ότι ήθελε να το κάνουν. «Θέλεις να κάνουμε σεξ;», την ρώτησε. Του είπε όχι. «Τι θέλεις να κάνουμε;». «Δεν ξέρω».

Ο έρωτας πέρασε γιατί δεν ήξεραν, γίνονται πόλεμοι γιατί δεν ξέρουμε, ο καπιταλισμός ζει γιατί δεν ξέρουμε. Τίποτα δεν ξέρουμε. Μόνο τις κάβλες καταλαβαίνουμε εύκολα.

Έκλεισε τα μάτια του. Προσπάθησε να κοιμηθεί. Το καβάλο του παντελονιού του ήταν πολύ στενό. Τον ενοχλούσε. Άραγε να ‘θελε απλά να πηδήξει; Αν τον ρωτούσε, θα έλεγε όχι. Και μάλλον έτσι ήταν.

Αποφάσισε να είναι ειλικρινής για εκείνο το βράδυ. Χρειάζεται ειλικρίνεια για να φτιάξεις κάτι που ν’ αξίζει, σκέφτηκε. Παραδέχτηκε στο δολοφόνο μέσα του, πως δεν είναι ερωτευμένος. Αποφάσισε πως αγαπάει πέρα από κάθε αμφιβολία. Τόσο εγωιστικά, όσο μπορεί να αγαπήσει άνθρωπος.

Πως μπορούσε εκείνη να κοιμάται και να μη γράφει; αναρωτήθηκε. Πως μπορούσε να κάνει το οτιδήποτε και να μη γράφει; Έπιασε τον εαυτό του να υπερβάλλει ξανά. Αλλά θαύμαζε τα κείμενα της, όπως ο κάθε παρατηρητής θαυμάζει έναν άλλο παρατηρητή, όχι για το αντικείμενο της παρατήρησης του, αλλά για τον τρόπο.

Δεν είχε νόημα εκείνο το βράδυ. Όχι εκείνη την στιγμή. Θα είχε νόημα την επόμενη μέρα, όταν εκείνη θα έφευγε σχεδόν για πάντα. Θα πήγαινε διακοπές. Θα έκανε σεξ μέσα σε μια σκηνή. Όχι μαζί του. Σιγά- σιγά είχε αρχίσει να συνηθίζει την ιδέα ότι δεν θα έκανε ποτέ ξανά σεξ μαζί του.

Αλλά την αγαπούσε, κι αυτό διευκόλυνε τα πράγματα. Εκείνη θα ήταν η μόνη που θα τον κούρευε έτσι. Πάντα μέσα σ’ ένα μπάνιο δικό του. Μόνο δικό του. Εκείνη είχε εδώ και καιρό δικό της μπάνιο, διαφορετικό, και το μοιραζόταν μ’ όποιον της άρεσε.

Πόσο μοιάζει ο έρωτας μ’ αυτό που δεν είναι έρωτας… Είχε μάθει να ξεχωρίζει τη διαφορά και ήταν χαρούμενος γι’ αυτό. Ήξερε να νιώθει ότι αγαπάει. Ήταν πιο ωραία η αγάπη γιατί ήταν ήρεμη. Ο έρωτας είναι ένα άγχος που καταστρέφει γέφυρες (πάντα του άρεσε να σκέφτεται τον κόσμο σαν στεριά και τον εαυτό του νησί) και δεν τον έπαιρνε να καταστρέψει κι άλλα τώρα. Είχε σωθεί την τελευταία στιγμή (η αχαριστία είναι βέβαια δικαίωμα, αλλά αυτό δεν την κάνει λιγότερο επικίνδυνη). Τώρα, έπρεπε να κρατηθεί απλά στο κούτσουρο που έτυχε να επιπλέει δίπλα του και να περιμένει.

Ήταν το πρώτο βράδυ χωρίς σεξ, που ένιωθε καλά με τον εαυτό του, σκέφτηκε. Αυτό σίγουρα ήταν κάτι. Η αυτοπεποίθηση τον τύλιξε, μαζί με τον καπνό απ’ το τσιγάρο του.        

Wednesday 27 June 2012

Ζούμε σε έναν άσχημο κόσμο


Μια μέρα δυο στιγμές.

Στέκομαι στο φανάρι περιμένωντας υπομονετικά. Στο αντικρινό πεζοδρόμιο βλέπω μια κοπέλα να σπρώχνετε από βιαστικούς περαστικούς..είναι ψηλή, με πυρόξανθα μαλλία και όλο χαμογελάει. Φοράει μάυρα γυαλιά παρόλο που είναι σούρουπο πια και βαδίζει αργά, σταθερά με την βοήθεια του σκύλου της κι ενός άσπρου μπαστουνιού. Κανένας δεν προσφέρθηκε να την βοηθήσει, κανένας δεν της ζήτησε ένα συγγνώμη για όλους ήταν ένα εμπόδιο στην πολυάσχολη καθημερινότητά τους. Ακόμα και για τους δύο νεαρούς στο αυτοκίνητο που όταν την χτύπησαν δεν γύρισαν να κοιτάξουν πίσω τους. Ακόμα και για εκείνους που βιάστηκαν να πουν ΄΄μα εκείνη περάσε την διάβαση χωρίς να ζητήσει βοήθεια΄΄.

Μια ομάδα ΜΑΤ χτυπάει ένα κορίτσι έξω απο το μαγαζί. Μετά δακρυγόνα. Πολλά δακρυγόνα, αλήθεια. Φασαρία. Φωτιές. Κόκκινα μάτια και φωνές και χέρια που τρέμουν.

Σε όλους εσάς που διψάτε για επανάσταση και πεθαίνετε να αναβιώσετε τις μέρες του Πολυτεχνίου.

Ζούμε σε έναν άσχημο κόσμο. Περιτριγυρισμένοι απο άσχημους ανθρώπους που δεν δίνουν δεκάρα για μια τυφλή κοπέλα και δεν ανατριχιάζουν όταν η μπότα τους αγγίζει σάρκα.

Ζούμε σε έναν άσχημο κόσμο φτιαγμένο απο άσχημους ανθρώπους. Και όσες επαναστάσεις και να κάνετε, όση βια και να ανταποδώσετε, κι εσείς άσχημοι θα είστε.
Δε θα τους αλλάξετε. Οι άνθρωποι με την ψύχη βουτηγμένη στη βια αιώνες τώρα δε θα αλλάξουνε το DNA τους για γαρύφαλλα και περιστέρια.

Ζούμε σε έναν άσχημο κόσμο που μόνο με μια ολική καταστροφή θα ξαναζήσει. Μακρά απο εμάς.

Κι εγω φοβάμαι, φοβάμαι, φοβάμαι.
Δεν είμαι γενναίος, ούτε και θέλω να γίνω, ευχαριστώ.
Όταν πια δε θα τρέμω όταν ακούω πυροβολισμούς θα κλάψω για την ψυχή μου.

Εγώ φοβάμαι, φοβάμαι, φοβάμαι.

Μόνο να φύγω θέλω, απο τις άσχημες πόλεις που μας κάνουνε όλους Τσε Γκεβάρα για τη μαγκιά.

Εγώ είμαι άνθρωπος, και κλαίω, και μόνο μια αγκαλιά μπορεί να διώξει την απανθρωπιά απο δίπλα μου, όχι μια σφαίρα.

Ζούμε σε έναν άσχημο κόσμο σας λέω.

Και δεν το κατάλαβα τώρα, τώρα το είδα. 

Tuesday 26 June 2012

Γύμνά πέλματα

΄΄Μην περπατάς ξυπόλητος θα κρυώσεις΄΄
φώναζες πάντα από το βάθος του διαδρόμου
μ΄αρέσει το ξύλο κάτω από τα πόδια μου μουρμούριζα γελώντας
ξύλινος βατήρας για βουτιές του αέρα
έτρεχα, στριφογύριζα, γλίστραγα, μάζευα τα λεπτά μας
ανάμεσα στα δάκτυλα μου
τα έκρυβα εκεί
και τα βράδια τα ξανά-ζέσταινα ανάμεσα στα δικά σου

΄΄Μην περπατάς ξυπόλητος θα κρυώσεις΄΄
έλεγες χωρίς να σηκώσεις το βλέμμα
δεν χρειαζόταν 
είναι άλλος ο ήχος των γυμνών πελμάτων 
πάνω στους φόβους των ξύλων σου
η δικιά μου θεωρία των χορδών σου

΄΄Μην περπατάς ξυπόλητος θα κρυώσεις΄΄
όταν κρύωσα πραγματικά
έφυγα
ξυπόλητος
όπως ήρθα



Monday 25 June 2012

Να θυμάσαι

θέλω να θυμάσαι τα χέρια μου
ό,τι άγγιζαν γινόταν λάσπη
εκτός απ' τα καλοκαίρια που απλά άφηναν χώμα ξερό

και να θυμάσαι και τα μάτια μου 
σπάνια εγκατέλειπαν την συντριβή μου
και του κόσμου όλου

θέλω να με θυμάσαι 
για το πρωινό μέλι 
επάνω στις γυμνές φρυγανιές

να με θυμάσαι 
για τα χαλασμένα μου πνευμόνια 
που είχαν εισπνεύσει πολλή πόλη

και για τους κροτάφους μου
που φωσφόριζαν στο σκοτάδι
λες και σε φώναζαν να τους φιλήσεις

θέλω να σε θυμάμαι
για τις παραστάσεις που έδινες
όπου το κοινό υποκλινόταν κι εσύ χειροκροτούσες

να θυμάσαι τα χέρια μου

και να θυμάμαι τη μέση σου 
που ήταν αλύγιστη
και πάντα κρύα

και να θυμάσαι και τα μάτια μου

θέλω να σε θυμάμαι 
για τα τανγκό που χόρευες μόνη σου
όλοι οι καβαλιέροι ήταν πολύ μελαγχολικοί για σένα

το πρωινό μέλι

να σε θυμάμαι 
για τα χαλασμένα σου δόντια
είχαν μασήσει πολλές γλώσσες

και τα χαλασμένα μου πνευμόνια

και για τους κροτάφους σου
που γυάλιζαν στον ήλιο
λες και σε φώναζαν να τους φιλήσεις

να θυμόμαστε ο ένας τον άλλο
σαν δυο σφαίρες πλάι σε ένα όπλο
που πάλευαν για το ποια θα χωθεί πρώτη στον κρόταφο απέναντι

να θυμόμαστε πως ο ένας
θα λουζόταν το αίμα των κροτάφων
κι ο άλλος απλώς θα το έβλεπε να κυλάει

και να θυμόμαστε πως 
όλοι κυνηγάνε να γίνουν δολοφονικοί
αντί αυτόπτες μάρτυρες

φόνος θα υπάρξει σίγουρα άλλωστε

θέλω να θυμάσαι 
πως είναι θέμα επιβίωσης
και δεν είμαστε καθόλου μοναδικοί



υ.γ ευχαριστώ την φίλη μου Ρέα για την επάφή μου με τους Maccabees.

Thursday 21 June 2012

λαβύρινθος

Βλέπεις μια Ελλάδα να ψυχορραγεί και, παρόλο που ξέρεις την Αριάδνη, αφήνεσαι, παραδίνεσαι στον πεινασμένο Μινώταυρο. Ο μίτος; Σου τον έδινε, σε ικέτευε να σωθείς, αλλά εσύ νόμιζες ότι είσαι ένας μικρός θεός, άτροτος, ανίκητος. Ο λαβύρινθος έγινε δρόμος σου, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία που έγραψες στο ημερόλογιο, εκεί κάτω από την Ακρόπολη. Όπου ξεκίνησες. Είδες τα καράβια από το μικρό φεγγίτη.... Είπες θα πετάξω. Μα ακόμη ήσουν μέσα στον σκοτεινο λαβύρινθο. Δανεικά όνειρα. Σειρήνες που έκαναν να ξεχάσεις. Το δρόμο, την αλήθεια. Ποιον δρόμο; Δεν τον θέλησες ποτέ. Κοίτα στον καθρέφτη. Ο Ήφαιστος τον άφησε στολισμένο από φωτιά. Δες. Κοίτα, αλλά μην κλείσεις τα μάτια. Της Πανδώρας τα κράτησες όλα. Ο Μινώταυρος είναι εκεί...

Sunday 3 June 2012

Όταν.....

Δεν μπορώ να ζητήσω πολλά.
Δεν ξέρω κι αν θέλω να ζητήσω τίποτα.
Ναι, θέλω να ενθουσιάζομαι με πράγματα που
θα μπορούσαν να συμβούν.
Αλλά και πάλι, δεν ενθουσιάζομαι και τόσο.
Βγάζω τον σκύλο βόλτα.
Κάθε μέρα.
Καπνίζω λίγο παραπάνω
- από πλήξη και για να διατηρώ τα λογικά μου.
Το παρελθόν μοιάζει σχεδόν σαν να μην συνέβη.
Επικρατεί το παρόν.
Δεν λυπάμαι γι' αυτό
και το να μην λυπάσαι απαιτεί προσπάθεια.
Περιμένω να δω τα φώτα στο δρόμο ν' ανάβουν κάθε βράδυ.
Παρατηρώ τα πάντα
και πάλι είναι σαν να μην υπάρχουν.
Δεν απελπίζομαι.
Όταν έρθουν οι φίλοι, όλα θα είναι όπως πριν.

Tuesday 22 May 2012

απόψε

απόψε ήθελα να μείνεις, να μην πας.

να κάτσεις να με ακούσεις
και να πιούμε κρασί και να με βάλεις στο κρεβάτι αργά. πολύ αργά.
όταν τ' αστέρια μόνο θα δεσπόζουν πια στη νύχτα μας,
όταν θ΄αρχίσω να πιστεύω ότι ακούω γρύλους.

απόψε ήθελα να σου χαμογελάσω όπως ποτέ,
και να με γδύσεις, με κάθε τρόπο,
και να σε πονέσω,
απο έρωτα.

απόψε έγινα μικρός
γιατί
ακόμα είσαι αυτό που είσαι
ακόμα κι αν εγώ αλλάζω κάθε δευτερόλεπτο.

απόψε ήθελα αλήθειες,
αλήθειες που χωράνε σ'ενα ψέμμα
κι αλήθειες που κάνουν τα μάγουλα να κοκκινίζουν και να φουντώνουν,
μέχρι
να πιάσεις τον εαυτό σου να βάλει τα χέρια του να κάνουν αυτό που εσυ αρνείσαι.

μα ξέρεις,
είμαστε τόσο άμυαλοι εμείς οι άνθρωποι,
και ποιός να μας πει πως όσο και να τις κυνηγάς,
οι χίμαιρες δεν αλλάζουν,
χίμαιρες παραμένουν.
όπως κι οι άνθρωποι δηλαδή.

Sunday 20 May 2012

Που στο διάολο είσαι;

Είναι όμορφα εδώ πάνω.
Η νύχτα έχει φορέσει ησυχία.
Ένα κόκκινο φως ανάβει στο απέναντι παράθυρο.
Δυο άνθρωποι κάνουν σεξ
ή τα παιδιά έπεσαν για ύπνο.

Που στο διάολο είσαι;

Είναι άσχημα εδώ πάνω.
Η ησυχία είναι αφόρητη.
Τα αυτοκίνητα περνάνε βουβά κι αμέτρητα απ' τον απέναντι δρόμο.
Άνθρωποι φεύγουν αναζητώντας μια καινούρια κόλαση
ή κουρασμένοι από τον πολύ παράδεισο.

Που στο διάολο είσαι;

Είναι τόσο αδιάφορα εδώ πάνω.
Έχει πέσει μια αδιάφορη ησυχία.
Ανάβουν αδιάφορα φώτα
και περνάνε αδιάφορα αυτοκίνητα.
Άνθρωποι πηδιούνται και φεύγουν
κι αυτό δεν έχει καμία σημασία.
Η πόλη πεθαίνει.
Οι ποιητές έχουν πεθάνει από καιρό.
Μόνο έμεινα εγώ για να τους κάνω τα μνημόσυνα.

Που στο διάολο είσαι;

Saturday 19 May 2012

Μελοδραματισμοί

Σαν να βλέπω ριμέικ μιας παλιάς ταινίας
μαθαίνω ξανά πως να γίνομαι συντηρητικός.
Από αντίδραση.

Η αβεβαιότητα είναι κλουβί
κι εγώ πρόβατο με ψευτοεπαναστατικές διαθέσεις.
Από συνήθεια.

Σαν να το ήξερα όταν την είδα
γι' αυτό και δεν την συμπάθησα ποτέ,
ό, τι κι αν μου έλεγες γι' αυτήν.
Από φόβο;

Οι ώρες στις κατεστραμμένες μας νύχτες,
που καταστρέφονταν περισσότερο με την απουσία σου,
ήταν τελικά χαμένα χρόνια,
κι όμως έμεινα να τους κρατάω το χέρι.
Από βλακεία.


Κοίτα πόσα συνώνυμα βρήκα για την αγάπη. 

Friday 18 May 2012

Λίγο πριν τα 20

Όσο ακόμα δεν είμαι είκοσι χρονώ
μου δικαιολογούνται κάποια λάθη
μια ζωή ακατάστατη
πολύς χρόνος χαλασμένος  σε πράξεις
και πιο πολύ σε ανθρώπους
άδεια βράδια να παλεύω για λίγο ύπνο
να μην πολυσκέφτομαι
να διαβάζω άθλιες παρατάξεις λέξεων
ενώ τα αληθινά βιβλία περιμένουν να γραφτούν
δικαιολογούνται ακόμα και τέτοιοι στίχοι «ζωντανοί»
που σύντομα θα ξεχαστούν
όπως τους πρέπει.

Friday 11 May 2012

Wednesday 9 May 2012

Αναπνοή


Αγοράσαμε τσιγάρα και περηφάνια από το περίπτερο.
Κλειδωμένο το ψυγείο κι εμείς μέσα. Βαθιά μέσα,
χέρια, πόδια και μυαλό.
Αν δεν ήσουν χθες το βράδυ, θα με κατάπινε το ταβάνι.
Κάπου τα χάνεις όλα, κάπου κοιτάζεις πίσω και δεν βλέπεις
τίποτα- τα ψίχουλα είναι φαγωμένα- και
μπροστά υπάρχει μόνο βενζίνη και θάλασσα.
Τι να μοιράσουμε αφού φαγώθηκαν όλα;
Μόνο ο αέρας μας έμεινε λοιπόν,
κι αν θέλεις σου δίνω λίγο από το δικό μου

Monday 7 May 2012

Καληνύχτα Ελλάδα....

Σας ζητώ ένα μεγάλο συγγνώμη διότι αυτό το blog δεν είναι παρά μια σελίδα έκφρασης συναισθημάτων, ονείρων, σκέψεων και απόψεων λέξεις και έννοιες που εμπεριέχονται στον θεσμό της δημοκρατίας. Αλλά δυστυχώς μετά τις χθεσινές εκλογές λίγο πολύ όλοι μας θα πρέπει να κάνουμε την αυτοκριτική μας, ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί σαν λαός. Ναι, όντως, νικητής των χθεσινών εκλογών ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Αυτός πήρε τον ΣΥΡΙΖΑ και τον έκανε αξιωματική αντιπολίτευση. Μόνο που θα πρέπει να καταλάβει σε ποια Ελλάδα νίκησε. Στην ίδια Ελλάδα που νίκησε και ο Μιχαλολιάκος και ο Καμμένος. Στην (μόνη «δυτική») χώρα που χιλιάδες άντρες κάνουν σεξ με πόρνες στο δρόμο χωρίς να χρησιμοποιούν προφυλακτικό. Γιατί πιστεύουν ότι οι Έλληνες δεν κινδυνεύουν από το AIDS, όπως δεν κινδυνεύουν και από την δραχμή. Και μπορούν να ψηφίζουν άφοβα ό,τι ακριβώς τους έρθει, χωρίς προφύλαξη.

Sunday 6 May 2012

Tο τρενάκι του τρόμου

γυρίζουμε γύρω από το ίδιο σημείο χρόνια τώρα
πληρώνουμε για να το κάνουμε
και η αλήθεια είναι πως το διασκεδάζουμε

στο τρενάκι του τρόμου μας μπήκαν κάτι ψύλλοι στ' αυτιά

κι ύστερα γλίστρησαν στο κορμί μας
και λίγο λίγο τους αφήνουμε να μας πίνουν το αίμα

ξοδέψαμε πολύ χρόνο στον ίδιο στόχο

μόνο που δεν ήταν κοινός

σαν λούνα παρκ υπό αέναη λειτουργία

υπολειτουργία

όπου τα ζευγαράκια δε φιλιούνται πια στα χείλη

για να μη ρουφήξει ο ένας την ψυχή του άλλου

οι νέοι επισκέπτες είναι όλοι τυφλοί και κουφοί

γεύονται την αποτυχία, μυρίζουν στον αέρα την εγκατάλειψη, αγγίζουν τη μούχλα
αλλά δεν εμπιστεύονται τις κατακρεουργημένες τους αισθήσεις

τα μάτια των παιδιών μαραίνονται και πέφτουν στο θέαμα

και τα αυτιά τους γεμίζουν από ένα ατέλειωτο βουητό

όλοι ως το τέλος ανθρώπινα ελπίζουμε


νοικιάζουμε βαγόνια μα

πριν καλά καλά προλάβουμε να επιβιβαστούμε για το ταξίδι της ζωής μας,
σαπίζουμε στην ουρά αναμονής και στα καθίσματα

ποιος θα μας δικάσει που πιστέψαμε στην αθανασία;

ο χρόνος

Sunday 15 April 2012

Thoughts....

It matters not who you love, where you love, why you love, when you love or how you love, it matters only that you love.

- John Lennon 

Friday 13 April 2012

Παρίσι στα Sixties

«Tο μόνο που χρειάζεσαι για να κάνεις μια ταινία είναι ένα όπλο και ένα κορίτσι», έλεγε ο Γκοντάρ. Για να μαι ειλικρινής δεν είμαι και τόσο σίγουρος για το όπλο. Αρκεί ένα κορίτσι, ένα αγόρι και το Παρίσι.

Κάποτε με είχαν ρωτήσει σε πια περίοδο θα ήθελα να ζω αν είχα την δυνατότητα να μεταφερθώ στο χρόνο. Παρίσι, στα sixties. Ακαριαία απάντηση.

Γιατί;

Γιατί άλλο; Για να χω κούρεμα αλά γκαρσόν, να διαβάζω δίπλα στον Σηκουάνα και να βλέπω σινεμά πίνοντας coca-cola σε γυάλινο μπουκάλι και όχι σε χάρτινο κουτί των Goody’s.

Για να βλέπω σινεμά που με κάνει να ερωτεύομαι τους χαρακτήρες του, να μην ξεκολλάω τα μάτια μου από το πανί, να γελάω πραγματικά, να γελάω δυνατά, να χαμογελάω για κλάσματα του δευτερολέπτου.

Για να αγαπάω το ασπρόμαυρο και να μην ξεχνάω τις ατάκες μόλις βγω απ’ την αίθουσα. Για να βλέπω το ρομαντισμό της καθημερινότητας απαλλαγμένο από φόρμες και κανόνες, για να βλέπω το Γκοντάρ να μου κλείνει το μάτι, λέγοντας πως στην πραγματικότητα η ζωή δεν είναι τίποτε άλλο παρά σινεμά και το σινεμά δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απόλαυση μιας εξιδανικευμένης ζωής.

Για να βλέπω το όμορφο στα πρόσωπα, τους μορφασμούς, τις γκριμάτσες και το ανεπαίσθητο κλείσιμο των βλεφάρων. Για να παρατηρώ ιστορίες και συζητήσεις-ακόμα και τις πιο απλές, τις καθημερινές, τις τετριμμένες- σαν παθιασμένος ηδονοβλεψίας. Σαν ένα παιδί που κοιτάζει από την κλειδαρότρυπα.

Για να μην ψάχνω τη συνοχή, το σενάριο ή την σωστότερη αφήγηση, αλλά να αφήνομαι σε ένα παιχνίδι αγνοώντας παντελώς τη συνέχεια και το τέλος. Για να νιώθω τη φρεσκάδα που ξεχειλίζει από το φιλμ να διασχίζει τις σειρές των θεατών και να φτάνει και σε μένα. Έντονη και άκρως γοητευτική.

Για να με παρασέρνει στη φυγή. «Ποτέ μη φρενάρεις τ’ αυτοκίνητα – φτιάχτηκαν για να τρέχουν». Για να καπνίζω χωρίς να σκέφτομαι τον καρκίνο. Για να διαβάζω εφημερίδα στο δρόμο. Για να μετράω μέχρι το 8 και να στραγγαλίζω όποιον δε μου χαμογελά ως τότε.

Για να οδηγώ κλεμμένη Cadillac.

Για να πηγαίνω να δω την ίδια ταινία ξανά και ξανά και ξανά. 

Για να γίνω αθάνατος και μετά…να πεθάνω.
 
Παρίσι, στα sixties.

Ίσως απλά για να δω το «À bout de souffle» σε μια σκοτεινή κινηματογραφική αίθουσα πίνοντας coca-cola σε γυάλινο μπουκάλι και όχι σε χάρτινο κουτί των Goody’s

Thursday 5 April 2012

Μη ξαναχάσεις αυτά τα πρωινά.

Τα πρωινά με ήλιο είναι πάντα τα ομορφότερα.Τα παράθυρα ανοιχτά-ακόμη κι αν έχει κρύο-και το σπίτι να μοσχοβολάει γαλλικό καφέ. Μικρά θραύσματα ευτυχίας ενώνονται κάτι τέτοια πρωινά. Μπορείς να κοιτάς από το παράθυρο με τις ώρες-ακόμη κι αν δε βλέπεις πουθενά.
Βλέπεις τις ελπίδες σου και τα όνειρα ˙ και είναι η ωραιότερη θέα που χες ποτέ.
Ο κόσμος σου φωνάζει. Καλημέρα. Ο κόσμος χαμογελάει. Χαμογελάς και εσύ. Πρώτη φορά θα παρατηρήσεις τη φύση. Κυανό και πράσινο και καστανοκόκκινο και ροδακινί-κι εσύ που νόμιζες πως η ζωή είναι σκίτσο με κάρβουνο. Φοράς τα γυαλιά στο κεφάλι. Βαθιά ανάσα. Ο κόσμος σου ανήκει σήμερα.
Ο κόσμος σου, έστω.
Η μουσική σου φτιάχνει το κέφι. Μόνο χαρούμενος σήμερα. Μόνο αισιόδοξος.
Σε αναγκάζει να σιγοτραγουδήσεις στην αρχή, και μετά πιο δυνατά, και πιο δυνατά, και πιο δυνατά. Στο τέρμα. Κάπου εκεί κλείνεις τα μάτια και συνεχίζεις το χορό σου. Πάντα τραγουδάς δυνατά το ρεφρέν. Replay. Ξανά. Ξανά.
Ξανά.
Μέχρι να λαχανιάσεις. Και να ξαπλώσεις στο χαλί κοιτώντας το ταβάνι και αφήνοντας το μυαλό να χορέψει στην επόμενη στροφή.
Και να παίζεις θεατρικά με εσένα για παρτενέρ στους διαλόγους. Και με εσένα πρωταγωνιστή στους μονολόγους.
Τέτοια πρωινά συνειδητοποιείς πως έχουν δίκιο τα βιβλία, και τα τραγούδια, και οι σοφοί, και οι τρελοί. Ευτυχία είναι οι στιγμές.
Οι στιγμές που χαμογελάς για λόγους που δεν είχες φανταστεί.
Ή για λόγους που δεν υπάρχουν.
Τα πρωινά με καφέ και κρουασάν στη λιακάδα.
Τα πρωινά με φίλους και γέλια.επ’ άπειρον.
Τα πρωινά με χουζούρεμα στο κρεβάτι και τον ήλιο να κρυφοκοιτά.
Τα πρωινά με μια αγκαλιά.
Τα πρωινά με βόλτες στο πάρκο.
Τα πρωινά με αιφνίδια φωτογραφικά κλικ.
Τα πρωινά που είσαι ευτυχισμένος. Μη ξαναχάσεις αυτά τα πρωινά.

Tuesday 3 April 2012

Πόσο καιρό είσαι νεκρός;

Το ξυπνητήρι του κινητού χτύπησε στις οκτώ και τέταρτο. Τρεις νότες και το έκλεισες. Γεύση μέντας και κρύο νερό στις και είκοσι. Όλα μηχανικά. Δυο γουλιές καφέ στις και μισή. Πικρός και χωρίς άρωμα. Όπως κάθε μέρα. Φόρεσες τα ίδια ρούχα με χτες και στις παρά είκοσι πέντε κλείδωσες. Δυο φορές. Όπως κάθε μέρα.
Ίδια διαδρομή. Γωνία στη γωνία, στενάκι στο στενάκι, βήμα στο βήμα. Στα αυτιά οι ίδιοι χιλιοακουσμένοι στίχοι. Τους ξέρεις απ’ έξω τώρα. Στο λεωφορείο η ίδια θέση πάντα. Πίσω παράθυρο είναι άδεια. Όπως κάθε μέρα. Τα τοπία έξω ίδια. Οι άνθρωποι διαφορετικοί. Πάντα κοιτάζεις τα τοπία.
Κενό.
Στο λεωφορείο η ίδια θέση πάντα. Πίσω παράθυρο είναι άδεια. Όπως κάθε βράδυ. Τα τοπία έξω ίδια. Οι άνθρωποι διαφορετικοί. Ποτέ δεν κοιτούσες τους ανθρώπους. Στα αυτιά οι ίδιοι χιλιοακουσμένοι στίχοι. Τους ξέρεις απ’ έξω τώρα. Βήμα στο βήμα, στενάκι στο στενάκι, γωνία στη γωνία. Ίδια διαδρομή. Όπως κάθε νύχτα.
Δυο φορές ξεκλείδωσες. Παρά τέταρτο. Τα ρούχα στην καρέκλα, έτοιμα, διπλωμένα για αύριο. Γεύση μέντας και κρύο νερό στις παρά δέκα. Το κενό γραπώνει τα όνειρα. Ακριβώς.
Το ξυπνητήρι του κινητού χτύπησε στις οκτώ και τέταρτο. Τρεις νότες και το έκλεισες.
Το κενό γραπώνει τα όνειρα. Ακριβώς.
Το ξυπνητήρι του κινητού χτύπησε στις οκτώ και τέταρτο. Τρεις νότες και το έκλεισες.

Αργοπεθαίνουμε όλοι μας άραγε; Ή μήπως είμαστε ήμαστε ήδη νεκροί. Ναρκωμένοι.
Οκτώ γράμματα βγαίνουν όλο και πιο συχνά από τα στόματα. «Βαριέμαι». Λέμε πως θα κάνουμε πράγματα ˙ πως θα ταξιδέψουμε, πως θα διαβάσουμε, πως θα γνωρίσουμε, κι όλο στα λόγια σκοντάφτουμε και δεν σηκωνόμαστε ξανά. Ζηλεύουμε όσους τολμούν αλλά ποτέ μας δε ρισκάρουμε. Δε ρισκάρουμε μια νέα διαδρομή κάθε πρωί, ένα στενό παραδίπλα-κι ας είναι πιο μακριά, κι ας έχει ανηφόρα. Συνηθίσαμε.

Συνηθίσαμε και να γκρινιάζουμε. Παραπονιόμαστε για τη βροχή ή για τη ζέστη, νευριάζουμε για τα προγράμματα, νευριάζουμε με τους άλλους. Με τον εαυτό μας καμία φορά, αν τύχει. Μα εκεί έχουν καβάτζα οι δικαιολογίες. Συνηθίσαμε και τις δικαιολογίες.
Καταραμένη συνήθεια. Γλυκιά κατάρα όμως.

Όσο την τρέμεις σε πλησιάζει προσφέροντας σου δώρα ˙ σιγουριά και ηρεμία. Η ηρεμία που έχεις μάθει να επιθυμείς. Αυτή που καμιά φορά φωνάζεις απραξία και κάποιες άλλες ευτυχία. Οργάνωση, τάξη…κενό. Αυτή που τη βάπτισαν θάνατο μα χρόνια τώρα συστήνεται ηρεμία. Ο μεγαλύτερός μας φόβος, δίπλα μας σαν πάντα.
Και ακόμη και όταν ξυπνάς στιγμιαία απ’ τη νάρκωση, τα καλοκαίρια ή τώρα, πάντα καραδοκεί κάπου παραδίπλα. Ξεβόλεμα τα ταξίδια, ανούσιες οι αλλαγές. Το ξυπνητήρι στις και τέταρτο θα ‘ναι εκεί.
Πότε έπιασες κουβέντα με έναν άγνωστο;
Πότε έπαιξες τελευταία φορά;
Πότε ανακάλυψες μια νέα διαδρομή;
Πότε έκλαψες για λύτρωση;
Πότε γέλασες μέχρι δακρύων;
Πότε έζησες;
Ξεκίνα λοιπόν. Και να θυμάσαι :
«Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις, όταν θυμόμαστε πάντοτε ότι για να είσαι ζωντανός χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής.»




Friday 30 March 2012

Πεντάλεπτα διαλείμματά

Έχει μάτια διαβολικά, δεν είναι καστανά. Όλη την υπόλοιπη εβδομάδα κλαίει για τις χαμένες του αγάπες κι είναι πολλές, δε του φτάνουν χίλιες εβδομάδες να κλάψει. Τα σαββατοκύριακα κάνει πέντε λεπτά διάλειμμα. Τότε βγαίνει μαζί της. Όταν βγαίνουν, δε μιλάει για καμία απ' αυτές, της λέει ιστορίες. Δεν ξέρει αν είναι αλήθεια κι ούτε ξέρει από που τις μαθαίνει. Δε ρωτάει. Καπνίζει πολύ όταν βγαίνει μαζί της, καπνίζει τα τσιγάρα μιας παλιάς του γκόμενας. Καπνίζει την γκόμενα, του αρέσει η λέξη γκόμενα. Εκείνης καθόλου. Την κυριακή το βράδυ τελειώνει το πεντάλεπτο διάλειμμα κι ύστερα γυρνάει στο θρήνο του. Δεν θρηνεί για τις χαμένες του αγάπες, θρηνεί για το χαμένο του εαυτό. Κι είναι πολλά τα κομμάτια. δε του φτάνουν χίλιες εβδομάδες για να κλάψει. Στα πεντάλεπτα διαλείμματά τους, την κοιτάει σα να μην υπάρχει αύριο. Στα μάτια του εμφανίζονται κάμποσες ρυτίδες. Ακούει πίσω από τις λέξεις της. Ό,τι έχει δε το λένε οι λέξεις της. Κι αυτός θέλει ό,τι έχει.
Στα πεντάλεπτα διαλείμματά του πρέπει να συλλέγει δυνάμεις, για να πενθεί όλο τον υπόλοιπο καιρό. Κι ύστερα γυρνάει στο πένθος του. Δε κλαίει για τις χαμένες του αγάπες, δε θρηνεί για το χαμένο του εαυτό. Πενθεί τη χαμένη ανθρωπότητα. Την χωρίς αγάπες. Την χωρίς εαυτό.
Κι ύστερα κάνει πέντε λεπτά διάλειμμα, μαζί της. Όταν πεθάνει, κάποιος πρέπει να πενθεί. Όχι αυτόν. Γι' αυτόν κάποιος θα βρεθεί να κλάψει.

Sunday 25 March 2012

Don't forget....

Never think yourself singular, never think your own case much harder than other people’s.
Think of yourself rather as something much humbler and less spectacular, but to my mind, far more interesting — a poet in whom live all the poets of the past, from whom all poets in time to come will spring. You have a touch of Chaucer in you, and something of Shakespeare; Dryden, Pope, Tennyson — to mention only the respectable among your ancestors — stir in your blood and sometimes move your pen a little to the right or to the left. 
In short you are an immensely ancient, complex, and continuous character, for which reason please treat yourself with respect and think twice before you dress up as Guy Fawkes and spring out upon timid old ladies at street corners, threatening death and demanding twopence-halfpenny.

Virginia Woolf - A letter to a young poet.

Friday 16 March 2012

Άνοιξη

τα δειλινά...
όταν η φύση ερωτεύεται την ουσία της
και η θάλασσα παλινδρομεί
σαν περιμένοντας ανυπόμονα τον ουρανό εραστή της
γυρίζω προς το στήθος για να ελέγξω την παρουσία σου
 
 

Tuesday 13 March 2012

Λονδρέζικη άνοιξη

Εικόνες από μια Λονδρέζικη άνοιξη.

  1. η βροχή, αυτό το όμορφα βρεταννικό drizzle που πέφτει εκεί που δεν το περιμένεις για λίγα λεπτά και όλα είναι βρεγμένα σαν το Λονδίνο που σού έμαθε η pop culture.
  2. ο ήχος ενός ταξί που πλησιάζει το σπίτι σου στις 3 το πρωί σε μια άδεια γειτονιά. Και μετά τα γρήγορα βήματα στη σκάλα, το κλειδί στη πόρτα, και ένα γνώριμο πρόσωπο. Ένα thank you στον οδηγό και μετά τσιμπιέσαι.
  3. Στο ανοιχτό θέατρο στο Regent's Park βλέπουμε μια παράσταση από ένα βίβλιο που όταν το διάβασα στα 14 με έκανε να αμφισβητώ την ανθρώπινη φύση. Τα φύλλα στα δέντρα έκαναν έναν υπέροχο ήχο ενώ μετά, το περπάτημα μέσα από το πάρκο και τη λίμνη του μας κάνει να συζητάμε την ομορφιά του να μένεις στο Λονδίνο και να το ξέρεις σας σπίτι σου.
  4. Ένας περίπατος στη Tate Modern και μια ερωτική εξομολόγηση στο, πιθανότατα, πιο όμορφο κτήριο του Λονδίνου.
  5. Ο πορτοκαλί ήλιος στο σούρουπο στη Millennium Bridge την ώρα που φυσάει και μυρίζει το νερό και όλα αυτά να θυμίζουν  Άνδρο.  
  6. Να γυρνάς σπίτι και να είναι χάραμα.
  7. Κάτι τυχαίες στιγμές όπου συνειδητοποιείς ότι με τους φίλους σου είσαι τόσο κοντά ώστε λέτε τα ίδια πράγματα ταυτόχρονα χωρίς να ξέρετε γιατί.
 

Αλλαγές

Σε μια απέλπιδα προσπάθεια
να τιθασεύσω το χάος μου
βρέθηκα στο σταθμό.
Ακολουθώ τις ράγες.
Γραμμές με προορισμούς,
χωρίς πολλές-πολλές διακλαδώσεις.
Τα διλήμματα στο έλαττον,
μονόδρομος εμπρός.
Δε μ'αρέσουν τα εκκρεμή σχέδια.
Δε μ'αρέσει το χάος.

Δε μ'αρέσουν τα ψέματα, τα μέτρια αισθήματα,

οι ενοχές και οι πειραματισμοί.

Σε ένα απ'τα πρώτα ταξίδια

που έκανα μαζί σου
βρέθηκα στη θάλασσα.
Στη μόνη μεταβολή που έχω μάθει να αγκαλιάζω.
Είναι ακίνδυνη,
γιατί δεν τη ζω εκ των έσω.
Ακολουθώ τη γραμμή που αφήνει το κύμα,
αφήνω κι εγώ τις μουτζούρες μου πίσω.
Δε μ'αρέσουν τα φορτία.
Δε μ'αρέσουν οι ανακρίβειες.

Δε μ'αρέσουν οι άνθρωποι που τα έχουν όλα,

τα ταξίδια που μένουν στα χαρτιά,
οι φωτογραφίες χωρίς κορνίζα και οι πόλεις που δεν αγγίζουν νερό.


Σε μια τελευταία ευκαιρία

να πάρω άλλο δρόμο
αρνήθηκα.
Έμεινα μαζί σου,
κι ας αλλάζω τόπους
μαζί με τις εποχές.
Μόνο εσύ να μην αλλάζεις.
Δε μ'αρέσει να αλλάζουν όσα αγαπώ.

Friday 9 March 2012

Λεμόνι σε μπλε φόντο.

Εκείνη η μέρα θα μείνει αξέχαστη, όπως κι αν βγήκε η φωτογραφία εν τέλει. Ήμασταν εσύ, εγώ και γύρω μας μόνο η καφετιά άμμος, τα αγκαθωτά βραχόφυτα και ο άγριος ωκεανός, κι ένα λεμόνι στ’ανάμεσό μας. Ένα λεμόνι σε μπλε φόντο. 

Σκέπτομαι να βάψω τους τοίχους του δωματίου μου πράσινους και θα κρεμάσω ένα λεμόνι και αυτό θα είμαι εγώ αναφώνησες όλο χαρά. Δεν στάθηκα ποτέ στην απορία του πως μπορείς να καρφώσεις ένα λεμόνι στον τοίχο. Δεν στάθηκα ποτέ στην απορία του γιατί επέλεξες ένα λεμόνι ή του πως σου ήρθε αυτή η ιδέα, στάθηκα μόνο στο πράσινο-γιατί πράσινο; 

Γέλασες και μετά κοιμήθηκες. Πάντα κοιμόσουν, σε ξύπνησα για λίγο και συνέχισες τον ύπνο σου, ελπίζω να ξυπνήσεις πριν να είναι αργά, γιατί ο καιρός θα έχει περάσει. Αμα είχα προσπαθήσει πιο νωρίς ίσως να ήταν διαφορετικά τα πράγματα -σίγουρα θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα, αλλά αυτή είναι η αξία του παρελθόντος κι εκεί έγκειται η εμμονή μας σε αυτό : ξέρουμε καλά τι έγινε αλλά πάντα έχουμε την απορία ως προς το ποιό θα ήταν το αποτέλεσμα άμα το άσπρο ήταν μαύρο, άμα το γκρι δεν ήταν θεός, άμα το λεμόνι δεν ήταν σε πράσινο φόντο εξαρχής.

Πράσινο, γιατί πράσινο?

Θα σε δω για πρώτη φορά-και θα είμαστε οι δυο μας. Θα σε αναγνωρίσω ανάμεσα στο πλήθος, ο ουρανός θα έχει κρεμάσει για εμένα ένα βελάκι πάνω από το κεφάλι σου και τον ποταμό των μαλλιών σου. Θα σου έχω χαμογελάσει πριν με βρεις, θα έχω φορέσει το καλύτερο ρούχο μου για να σε εντυπωσιάσω και θα κάθομαι στο συντριβάνι μια μέρα πριν την αφιξή σου. Θέλω να σιγουρέψω οτι όλα είναι τέλεια για να σε υποδεχτούν. Ελπίζω στην βρωμιά του πλακόστρωτου, επιθυμώ τις πατημένες τσίχλες στους αρμούς, θεοποιώ τα περιστέρια που περιπλανώνται ανάμεσα στα πόδια των ανθρώπων- θέλω όλα να μείνουν όπως είναι, θέλω ο κόσμος να σταματήσει το καρουσέλ του για να κατέβω, να σε πιάσω από το χέρι και να σε ανεβάσω στο δικό μου αλογάκι...κι ύστερα να συνεχίσουμε μαζί το γύρω γύρω. 

Για σένα δεν έχει καν υπάρξει ακόμα το λεμόνι. Δεν με ξέρεις, παρά γνωρίζεις απλά την ύπαρξή μου. Στο νου σου όλα είναι πιθανά αλλά δεν κάνεις τον κόπο να σκεφτείς τόσο μακριά. Για σένα απλά πρόκειται να προστεθεί ένα ακόμα κομματάκι στο παζλ σου-και όταν το ολοκληρώσεις θα φτιάξεις ένα άλλο και θα αφήσεις τα παλιά να σκονιστούν. Δεν με ξέρεις, παρά γνωρίζεις απλά την ύπαρξή μου, για σένα δεν έχει καν υπάρξει ακόμα το λεμόνι...

Εγώ σε περιμένω και σε περίμενα πάντα. Σε γνώριζα κι ας μην είχα υπόψην μου την ύπαρξή σου. Σε βλέπω να περπατάς και ξέρω οτι αυτό το περπάτημα θα με τυφλώσει, αυτά τα πόδια θα με καταστήσουν ανάπηρο, αυτό το βλέμμα θα με πετρώσει και θα καταδικαστώ στην αιωνιότητα ενός παρελθόντος-όλα αυτά εξαιτίας μιας ημέρας, της ημέρας όταν ξεκίνησε το παρελθόν μου και άρα η ζωή μου. Εγώ δεν παίζω με παζλ, ούτε ψάχνω κομμάτια εδώ και κει,  είμαι η κόλλα που θα περάσει ανάμεσα στις σχισμές και θα εξατμιστεί-κι όσο κρατήσω. Έχω όνομα για αυτό πρέπει να με θυμάσαι. Δεν με ξέρεις, παρά γνωρίζεις απλά την ύπαρξη μου, ενώ εγώ έχω ήδη ετοιμάσει την βαλίτσα μου για το ταξίδι του χαμού αύριο, το τραίνο με περιμένει. Αυτή είναι η διαφορά μας, ζούμε τον χρόνο προς αντίθετες κατευθύνσεις και έτυχε η Τύχη στα ζάρια να συναντηθούμε. Δεν θα ξαναγίνει αυτό γιατί συνεχίζεις τον δρόμο σου προς τα μπρος ενώ εγώ προς τα πίσω, δεν ξέρω για ποιόν από τους δυο υπάρχει τέρμα ή προορισμός, δεν γνωρίζω ποιός θα αντιμετωπίσει τα περισσότερα εμπόδια, το μόνο που ξέρω είναι οτι σε περιμένω στην πλατεία και στο χέρι μου κρατώ ένα λεμόνι για να με αναγνωρίσεις, στέκομαι μπρος στο συντριβάνι. Ελπίζω μέσα στο πλήθος να το προσέξεις-ένα λεμόνι σε μπλε φόντο.  



Thursday 8 March 2012

Έρωτες

πιστεύω σε Σένα (κάποτε)

υπήρξε η θρησκεία μέσα μου. ή εγώ μέσα της. κι ο Θεός μέσα μου. εγώ μέσα Του ποτέ.


μεγάλωσα λίγο και τους θεούς τους απαρνήθηκα.


όχι τίποτα άλλο, γιατί αν με έβλεπαν, δε θα με άφηναν αβοήθητο.


υπήρξα αβοήθητος για πολύ καιρό. κάθε βράδυ Σε παρακαλούσα. προσευχόμουν σε Σένα.


η θρησκεία υπάρχει ακόμα. ο Θεός της δεν υπάρχει.


τα απομεινάρια μας παντού. Εσύ πουθενά.


τώρα ήρθε η ώρα για το δικό μας Ευαγγέλιο.


δεν έκανες λάθος. δεν έκανα ούτε εγώ. απλά χρειαζόμαστε μια νέα θρησκεία.


δεν υπήρξα απελπισμένος. χωρίς ελπίδα ποτέ. χωρίς πίστη ίσως.


μα εδώ που φτάσαμε η πίστη ελπίδα έγινε. για λύτρωση.


τη μέρα που δε θα με νοιάζει να ανάψω ένα κερί στο ναό Σου, θα έχεις σταματήσει να υπάρχεις.

Thursday 1 March 2012

Σε θυμαμαι

Σε θυμαμαι, θα μου λες.
Ειχες καθισει στο σκαμπο, με τα ποδια σου απλωμενα στο καγκελο της βεραντας τυλιγμενα σε μπλε καλσον, με τα κουρασμενα πανινα παπουτσια σου.
Κραταγες ενα τσιγαρο στο χερι και για μισο δευτερολεπτο δε με καταλαβες,
για μισο δευτερολεπτο με τυλιξες στους καπνους σου και εγινα αορατος.
Κοιτουσες την πολη απο ψηλα,
σα να μην την ειχες ξαναδει,
και χαμογελουσες μονη σου,
και εκλεινες τα ματια για να ακουσεις τη φασαρια που σε λιγες ωρες θα τελειωνε ξανα.
Μα ο αποηχος μενει.

Σε θυμαμαι, θα μου λες.
Ειχες δακρυσει, δακρυα διαφανα, σα την ζεστη του καλοκαιριου,
κι εγω σε ρωτουσα κι εσυ μου χαμογελουσες αινιγματικα,
και ρουφαγες τον καπνο και μονο να ακουσω και να δω μου ελεγες.

Το θυμαμαι, θα σου πω.
Ηρθες και χωθηκες αναμεσα απ τα ποδια μου και προσεχα να μη σε καψω,
και χαμογελαγα γιατι παλι ηρθες οταν επρεπε και δεν επρεπε
και δακρυζα γιατι πως να σου εξηγησω οτι
οι πολυκατοικιες δεν ειναι απλες πολυκατοικιες
και οι φωνες δεν ειναι απλες φωνες
και η ωρα δεν ειναι απλα εξι.
Και χαμογελαγα γιατι δεν καταλαβαινες και ηταν η σωτηρια
της ενωμενης μας ψυχης αυτη.

Σε θυμαμαι, θα μου πεις.
Το μυαλο μου πασχιζε να σε καταλαβει μα οι λεξεις δεν επαιρναν σχημα, εξατμιζοντουσαν.

Το ξερω, θα σου πω,
Και στα γονατα θα πεσω κατι τετοιες στιγμες μοναχα να θυμασαι και να μην καταλαβαινεις.
Γιατι αν μου πεις οτι καταλαβαινεις τοτε θα κλαψω και για την δικη σου ψυχη

Saturday 25 February 2012

Smile like you mean it

.. but you don't always have to smile.
you can choose not to smile like you mean it.
and sometimes you can smile like this














like you mean it;
and nobody else knows what you really mean...
 

Thursday 23 February 2012

Άντρας

Μ' αρέσει η σιωπή.
Κυρίως αυτή που ακολουθούσε μετά το σεξ μαζί σου.
Τα δευτερόλεπτα που δεν χρειαζόταν να πω τίποτα για να σ' αγαπάω.
Όταν ήμουν μέσα σου
δεν ήθελα να ξεφύγω από τον εαυτό μου.
Στην κουζίνα του σπιτιού σου ήμουν ευτυχισμένος.
(Θα ήθελα να είχαμε πάρει έναν σκύλο και να τον κλείναμε στο μπάνιο όσο το κάναμε.)
Όταν μου έβγαζες τα ρούχα
έμοιαζες σαν να ανακάλυπτες τον κόσμο.
Όταν στα έβγαζα εγώ
έμοιαζα σαν να μου ανήκε.
Ματώναμε μαζί γιατί δεν μπορούσαμε να κρατηθούμε μακριά ο ένας από τον άλλο.
Αγαπούσες την αποτυχία μου και την μισούσες μαζί
κι όταν μου 'λεγες"πιο δυνατά" 
υπάκουα κι εγώ
από αγάπη κι από μίσος μαζί.
Κι ύστερα, όταν τελειώναμε
καταλαβαίναμε πόσο στέρεα ήταν αυτά τα δυο
- και η αγάπη και το μίσος μαζί-
και μας πλάκωναν το στήθος έτσι που δυσκολευόμασταν στην αναπνοή.
Αλλά ήμασταν χαρούμενοι.
Εσύ κοριτσάκι και γυναίκα την ίδια στιγμή
κι εγώ άντρας
μόνο όταν ήμουν μαζί σου.

Wednesday 22 February 2012

Δεν υπήρξα ποτέ μου δυστυχής.
Συμβιώ αρμονικώς με την
με την έμφυτη μελαγχολία μου.

Ηλίας Πετρόπουλος

Tuesday 21 February 2012

Για τέτοιες στιγμές εξακολουθείς να ζεις. Για εκείνο το βλέμμα τους ζεις, που ξέρεις ότι φανερώνει πόσο καλοί παλιόφιλοι είστε.





 The man on the right points seriously towards the future... The man on the left laughs at the man on the right who thinks that what he sees is the future!

The Cure - Boys Don't Cry

Saturday 18 February 2012

Star teach me how to shine, teach me so i know what's going on in your mind 'Cause i don't understand these people

Δεν θέλω να μου πεις άλλα παραμύθια.
Δεν θέλω να ακούσω για πριγκίπες που ζήσαν καλά και εμείς καλύτερα.
Δεν με νοιάζουν οι παράφοροι έρωτες και οι θριαμβευτικές νίκες ατρόμητων πολεμιστών.
Ούτε εντυπωσιάζομαι πια από όνειρα που πραγματοποιούνται.
Δεν με συγκινεί το μικρό φτωχο πλην τίμιο αγοράκι  που θα κατακτήσει τον κόσμο.
Ούτε θέλω να σκοτώσω τον δράκο για να σώσω την πριγκίπησα.
Δεν έχω θέση μέσα στον ηλιόλουστο κάμπο με την κρεμαστή κούνια που θα με κοιμίσει αργα αργα.
Εγώ θέλω να ξυπνήσω κι ας έξω είναι παγωνιά και το μαξιλάρι δίπλα μου είναι άδειο.
Θέλω να με πας μια βόλτα έξω.
Στην πριγκίπισσα που έγινε πουτάνα και ίσως καταβάθως το χαίρεται.
Σε αυτούς που δεν πέθαναν καλά, αλλά πέθαναν γνωρίζοντας τη ζωή καλύτερα από όλους.
Στον έρωτα που άρχισε με ένα φιλί-δάγκωμα και τέλειωσε με μια πόρτα που έκλεισε και ένα βλέμμα χορτασμένης αδιαφορίας.
Θέλω να μου συστήσεις αυτόν που κυνήγησε τα όνειρα του  και όταν τα πέτυχε τόλμησε να παραδεχτεί ότι δεν του φτάνουν ...ότι θέλει κι άλλο ...ότι δεν το φανταζόταν έτσι.
Δεν με ενδιαφέρει ο τίμιος που ίδρωσε αλλά το θηρίο που όρμησε πριν του ορμήσουν , που έφαγε το θήραμα που σκότωσαν οι άλλοι και μετά τους κατηγόρησε για φονιάδες.
Πηγαινε με εκεί που το χαμόγελο παγώνει , πέφτει , σπάει , θρυμματίζεται και κόβει ! Προσοχη !
Μεγάλωσα πια.
Βγαίνω έξω.
Παλιά έμπαινα στον κόπο να κάνω την σύγκριση.
Τώρα ξέρω.
Τα παραμύθια τα διαβάζω κρυφά και τα κρύβω βαθιά πίσω από τη γροθιά μου.
όταν οι γροθιές σου είναι ήδη σφιγμένες δεν χάνεις χρόνο

 The Frames - Star Star

Friday 17 February 2012

Το δελτίο

Στο δελτιο των 9
μιλανε πολυ.

Μιλανε για κριση. Οικονομικη.
Μιλανε για τυφωνες.
Μιλανε για σεισμους.

Στο δελτιο των 9
μιλανε μιλανε μιλανε.

Μιλανε για φονους, για δυστυχηματα, για ληστειες.
Για τριτους κοσμους και αδικιες εις βαρος της ιστοριας.

Στο δελτιο των 9
φορανε τα σακακια τους και τα ταγιερ τους και μιλανε για
απωλειες και καταστροφες και σεναρια τρομου.

Γιατι κανεις ομως δε μιλαει
για αλλη μια νυχτα που κοιμηθηκα μακρυα σου; 

The Frames - Star Star