Monday 30 January 2012

Ο κόσμος που μας αξίζει

Ο ηλιος βουταει και οι ωκεανοι φλεγονται.
Το φεγγαρι κρυβεται.
Σε τι ομορφο κοσμο ζουμε. 





Υπέροχο τραγούδι, εξαιρετικό clipaki


Sunday 22 January 2012

Ανεμολόγιο...

Είχα βρει μία προνομιακή θέση στο ψηλότερο κατάστρωμα. Το πλοίο ξεκινούσεֹ τα μικρά φωτάκια απομακρύνονταν όλο και περισσότερο κι η θάλασσα μας υποδεχόταν, ζεστή γενναιόδωρη γεμάτη υποσχέσεις. Ξέσκισα τη διάφανη ζελατίνα των καρέλια. Ολόχρυσα φρέσκα και μυρωδάτα με περίμεναν να τα απολαύσω. Εισέπνευσα ευλαβικά το άρωμά τους γεμίζοντας μέχρι το στομάχι μου και ως την καρδιά μου. Άναψα το πρώτο μου τσιγάροֹ ο δυνατός αέρας με ταλαιπώρησε αλλά δεν μπορούσε να με σταματήσει. Εκείνη τη στιγμή ήμουν παντοδύναμος. Κάποτε, σκεφτόμουν, θα έπαιρνα κι εγώ τη θέση μου στις βιβλιοθήκες δίπλα στους μεγάλους συγγραφείς -ίσως ο μεγαλύτερος! Ο Σελίν, ο Ντοστογιέφσκι, ο Χέμινγουεϊ θα μου έγνεφαν γεμάτοι ζήλια από μακριά…

Διέθετα αναμφίβολα όλες τις προϋποθέσεις! είχα γνωρίσει τον έρωτα: είχα πονέσει ήδη και είχα πλήρη επίγνωση αυτού του φριχτού λάθους, που δεν έπρεπε να επαναλάβω. Ήμουν νέος και γεμάτος λαχτάρα για περιπέτεια… Θα γνώριζα τη ζωή, θα ταξίδευα σε όλο τον κόσμο. Δε με φόβιζε η φτώχεια και η κακοπέραση, θα ζούσα για χρόνια σε κάποιο άθλιο δωμάτιο ξενοδοχείου, θα αγόραζα γραφομηχανή, θα έκανα τις πιο ευφάνταστες δουλειές, διατηρώντας πάντα την τιμιότητά μου. Οι άνθρωποι που θα συναντούσα στο δρόμο μου θα με λάτρευαν αμέσως, θα μου άνοιγαν την καρδιά τους με δάκρυα στα μάτια, κι εγώ -με σεβασμό πάντα- θα έπαιρνα τις ιστορίες τους μαζί και τις δικές μου για να δημιουργήσω λογοτεχνία! Λογοτεχνία όπως δεν ξαναγράφτηκε ποτέ και ίσως δε θα ξαναγραφόταν! Δε θα ξεχνούσα τους φίλους μου, τους ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα από την αρχή. Όχι όλοι τους θα είχαν μια ξεχωριστή θέση στις αφιερώσεις των βιβλίων μου. Κι ίσως αργότερα το Νόμπελ; γιατί όχι κι ένα Νόμπελ! Έπρεπε ν' αλλάξω ίσως το όνομά μου; χρειαζόμουν ενδεχομένως ένα ψευδώνυμο καλλιτεχνικό, κάτι μυστηριώδες πνευματώδες αλλά και έξυπνο… κάτι αντάξιο της γραφής μου!


Και καθώς σχεδίαζα το λαμπρό μου μέλλον, η χρυσή μου κασετίνα έφυγε από τη θέση της, ο αέρας είχε δυναμώσει καθώς το πλοίο αύξανε ταχύτητα. Έπρεπε να την είχα προστατέψει! Θεέ μου! Το πακέτο άνοιξε και δεκαεννιά τσιγάρα έτρεχαν στο νοτισμένο και βρωμερό κατάστρωμα… απελπισία! η κασετίνα μου! η χρυσή μου κασετίνα! τα τσιγάρα μου! Έτρεχα προς όλες τις κατευθύνσεις, σίγουρα πολύ γελοίος έτσι που
γλιστρούσα στην υγρασία του δαπέδου και μπουσούλαγα μαζεύοντας όπως όπως ό,τι μπορούσα να περισώσω. Δύο, νομίζω, τσιγάρα δεν μπόρεσαν να γλιτώσουν. Δύο ολόκληρα τσιγάρα! Κατάρα! Απολαυστικά καρκινογόνα μου χαμένα δευτερόλεπτα! Με πηδηχτές κινήσεις βρέθηκαν στη θάλασσα... Για ένα αρρωστημένο δευτερόλεπτο με φαντάστηκα να βουτάω για να τα πιάσω. Η λογική υπερίσχυσε ωστόσο: είχα να φροντίσω τα υπόλοιπα δεκαεπτά, αυτά με χρειάζονταν περισσότερο, έπρεπε να είμαι εκεί για ‘κείνα…

Γύρισα απελπισμένος και σαφώς πιο βρώμικος στη θέση μου. Φύλαξα την κασετίνα στην τσέπη του τζιν και έσφιξα τα δόντια μου. Και τότε κατάλαβα…Σήκωσα τις γροθιές μου μανιασμένα προς τον ουρανό. Και όλα έγιναν πιο ξεκάθαρα… Δεν είχε σημασία πού ήμουν, αν είχα όνομα και ποιο ήταν αυτό, αν ήμουν άντρας ή γυναίκα, δεν είχαν σημασία οι πληγές μου ούτε το μέλλον… Και για πρώτη φορά, νομίζω, ρώτησα τον άνεμο...


Saturday 21 January 2012

Η συγκατάβαση
που δεν περιέχει αλκοόλ
είναι για τους
ιδεαλιστές

δεν είναι ακριβώς
ψέμα

οτιδήποτε υπάρχει
σ' ένα δέντρο
μπορεί ν' ανθίσει
την επόμενη στιγμή

ένα περιστατικό
ειλικρίνειας
είναι κι οι προσβολές
στον έρωτα

μόνο δαγκώνοντας
τα πόδια σου
ένιωσα ίσος
μαζί σου

τα υπόλοιπα
ήταν συνθήκες
ανεκτικότητας

Μαχαίρι στην ψυχή...

Θυμάμαι εκείνη τη μέρα που μ’ ένα μαχαίρι
καρφώσαμε ένα ολόκληρο λιβάδι
από πορτοκάλια.
Ήταν τόσο μεγάλο, που εγώ δεν σκέφτηκα στιγμή
να τα καρφώσουμε ένα-ένα.
«Και τι άλλο έχουμε να κάνουμε;» μου είπες
«δεν μας περιμένουν πουθενά»
Αλλά τελικά πήρα το μαχαίρι και το ‘μπηξα στο χώμα
κάπου μαλακά
ούτε καν στο κέντρο του λιβαδιού
«Άντε να φεύγουμε» είπα
«Είναι σαν να τα σκίσαμε όλα ·
έτσι κι αλλιώς έχουμε χάσει τις καρδιές μας»
«Και τις ψυχές μας» απάντησες
Και τότε χαμογέλασα,
γιατί η δική μου είχε ξαναγυρίσει
κι ήταν λίγο άδικο για σένα που την έκλαιγες ακόμα
στα ωραία σου ποιήματα.
Αλλά νομίζω πως εσύ είχες καρδιά…
ειδάλλως θα μου χες καρφώσει το μαχαίρι στην σάρκα,
έτσι που σε κουβάλησα στα χωράφια χωρίς λόγο
Οπότε συμφωνήσαμε να το διηγούμαστε σαν κατόρθωμα
εκείνο το απογευματάκι στο σπίτι μου
όπου δεν κάναμε τίποτα άλλο
απ’ το να πίνουμε
να μου λες ιστορίες
και να ξεχνάει
ο ένας του άλλου
τις κραυγές

Tuesday 17 January 2012

Όνειρα αλκοόλης....

Κατά τη διάρκεια ενός ύπνου όπου διατρηρώ τις αισθήσεις μου, φαντάζομαι ότι μου τελειώνει
το ουίσκι και οι μπύρες  και ρίχνομαι στο κρασί.
Κοκκινίζουν τα μάτια και η γλώσσα μου, κοκκινίζει η καρδιά μου
το κορμί μου γίνεται ξανά κανονικό. 
Νιώθω τη ζωή να με καταβάλλει εισχωρώντας μέσα μου  σαν ενδοφλέβια ένεση. 
Προσπαθώ να προκαλέσω κάποια αντίθεση, μια ελεγχόμενη προστριβή
μεταξύ των οργάνων μου, κάτι να ηλεκτριστεί παροδικά
ν’ αρχίσει να με καίει
στιγμιαία κι ανεπίστρεπτα ή τέλος πάντων να τελειώσει το κρασί
αφού κι η φαντασία έχει καταντήσει ανυπόφορη και περιπαικτική

Monday 16 January 2012

Πάνε χρόνια...

Μιαν ολόκληρη ώρα σαν κι εκείνη σε περιεργαζόμουν για να σε σκέφτομαι στιγμές σαν κι αυτή. Δεν έκλεισα μάτι όλη τη νύχτα περιμένοντας να φανούν τα μάτια σου το επόμενο πρωί. Κι ας τραγουδούσαμε για ώρες μαζί σκοπούς και λόγια αλλονών ούτε για ένα λεπτό δε με νιωσες πραγματικά. Τώρα γυρνάνε ομίληκοι αγγελιαφόροι, εν λευκώ να μου τσαμπουνάνε μνημονεύσεις  που με προσπάθειες στα τζάκια του μυαλού μου τις πετούσα για καιρό. Κι ακόμα δεν καταλαβαίνω τι είναι αυτό που με καίει. Έλα για μια στιγμή και θα την κάνω αιωνιότητα, έλα για μια ζωή και θα σε κάνω να απαριθμείς μία μία τις στιγμές. Μόνο μην αργείς, ο χρόνος της αναμονής με σκιάζει. Βραδινή κούνια και μετά άμμος, άμμος, άμμος και μπύρες, όχι πολλές. Οι έρωτες δεν είναι αρρώστιες για να περνάνε. Είναι καρκίνος σαρκικός. Ξέχασες ότι γράφω.

Sunday 15 January 2012

Choose something for god damn it

Choose life. Choose a job. Choose a career. Choose a family. Choose a fucking big television, Choose washing machines, cars, compact disc players, and electrical tin openers. Choose good health, low cholesterol and dental insurance. Choose fixed- interest mortgage repayments. Choose a starter home. Choose your friends. Choose leisure wear and matching luggage. Choose a three piece suite on hire purchase in a range of fucking fabrics. Choose DIY and wondering who you are on a Sunday morning. Choose sitting on that couch watching mind-numbing spirit-crushing game shows, stuffing fucking junk food into your mouth. Choose rotting away at the end of it all, pissing you last in a miserable home, nothing more than an embarrassment to the selfish, fucked-up brats you have spawned to replace yourself. Choose your future. Choose life... But why would I want to do a thing like that?

'trainspotting'

Saturday 14 January 2012

23:50

ουτοπίες και μαλακίες
εμείς πρέπει να βρούμε άλλη λέξη για να φτιασιδώσουμε την ατολμία μας




Charles Bukowski

Είμαστε σαν τριαντάφυλλα που ποτέ δεν ‘καναν τον κόπο
ν’ ανθίσουν τη στιγμή εκείνη που θα ‘πρεπε να ‘χουμε ανθίσει και
είναι σαν
ο ήλιος να σιχάθηκε
την τόση αναμονή
Απόπειρα μετάφρασης μέρος 2ο

Παζάρια

Σε πουλάω και σ’ αγοράζω κάθε Σαββατόβραδο.

Σε πουλάω για αβεβαιότητα,
για σπασμένα γυαλιά
για βρωμιά
Όχι για σιγουριά, όπως νομίζεις.

Για νεκρά παραμύθια
σε σκοτεινά αδιέξοδα

Για φτηνό κόκκινο κρασί
και καταραμένες εξομολογήσεις.

Δύο φιλιά δίπλα σε κάδο σκουπιδιών.

Εκεί είναι η ζωή μου.

Σε ματωμένα ρούχα και
αθάνατους εραστές

Εκεί την άφησα.

Μην πιστέψεις αυτά που θα σου πουν.
Κι αν τα καταφέρεις
ούτε εμένα μην ακούσεις.

Δεν θα στην πω την αλήθεια μου.

Τα μάτια μου τρεμοπαίζουν
και οι φωτογραφίες αναστήθηκαν..

Τις στάχτες κράτα τες,
ίσως να ξαναγεννηθούν,
σαν τον Φοίνικα
που χα παλιά για φυλαχτό μου.

Παρασκευή βράδυ.
Ξημερώνει Σάββατο.

Θα σε πουλήσω πάλι σε κανα παλιατζίδικο,
από αυτά τα σκονισμένα που πάντα σ’ άρεσαν.

Μα ίσως αύριο να μην σε ξαναγοράσω.

Friday 13 January 2012

Me, myself and I

Ο κόσμος βασίζεται στο χάος και εγώ θα το διασχίσω χωρίς να ψάχνω για λογική σειρά. Αυτή είναι η ζωή μου, συνεννοηθήκαμε;

''In the book of life, the answers aren't in the back''
 
                                                       Charlie Brown 

Announcements

Charles Bukowski

πολίτες του κόσμου
σας ξεγράφω.

το ‘χω κάνει
εδώ και καιρό,
αλλά να και η επίσημη
ανακοίνωση.
εγώ απέναντι
σ’ εσάς.
όρος απαραβίαστος.

γαμηθείτε.
ξεραθείτε.
χαθείτε.

μην έρχεστε
στην πόρτα μου
με πίτσες
μουνιά
κι άλλα δωράκια
ειρήνης.

είναι πολύ αργά.

η μουσική έχει
ξεμείνει στον αέρα
παγωμένη,
ευνουχισμένη από
την απουσία
της παρουσίας σας
Απόπειρα μετάφρασης

Thursday 12 January 2012

Νούμερα...

για δώσε προσοχή
το μόνο που ζήτησα ήταν να  μην γίνω νούμερο - άλλο ένα - άλλο ένα νούμερο στη λίστα
τα σιχαίνομαι τα νούμερα- με κολλάνε και με μπερδεύουν
γεγονότα σε πράξεις -προσθέσεις, αφαιρέσεις, πολλαπλασιασμοί - και όλα καταλήγουν σε διαίρεση - και το συναίσθημα κρατούμενο
δεν θυμάμαι το νούμερο της ώρας - δεν θυμάμαι το νούμερο του δρόμου- δεν θυμάμαι το νούμερο της αναχώρησης - δεν θυμάμαι πόσες φορές σε μια μέρα
θα τα τελείωνα τα νούμερα και τις ακροβασίες - εδώ- τελεία και τέλος - αλλά την παράνοια μου δεν την πουλάω την εκθέτω - θα τα τελείωνα ναι - αλλά θα ήμουν άλλος ένας - και δεν είμαι άλλος - ο ίδιος είμαι - και δεν είμαι ένας- ως κανένας κρύβομαι
μπλεγμένος σε ένα διαγωνισμό ποίησης και αποποίησης - έμαθα πολλά - έγινα νούμερο μεγάλο -κι ας μην συγκρατώ τις παραδόσεις - μόνο τη δική μου - παράδοση - κρατώ
κι όσα δεν έμαθα - όταν τα μαθαίνω - θεωρώ ότι τα ήξερες - αλλά δεν τα έλεγες - σ'άρεσε να με βλέπεις να χάνομαι
- ξέρεις κάθε μέρα κάποιος λέει τις λέξεις σου καταλάθως - και τις ακούω επίτηδες
λυτά μαλλιά- λυτά σκοινιά - λυτά χέρια -πιάνω ό,τι μπορώ - δεν πιάνομαι από πουθενά - είμαι πιασμένος  - ολόκληρος - και πονάω - πονάω - να μην νοιάζομαι - και δεν με νοιάζει - τι νούμερο γράφει η ταμπέλα μου
μόνο σφύριξε μου όταν αρχίζει το νούμερο μου - και δώσε προσοχή - θα είναι πολύ μποέμ
γι'αυτό πλήρωσε νούμερο με πολλά μηδενικά
μου χρωστάς
με τα μηδενικά - το ένα πάνω στο άλλο - θα πάρω μια καρδιά μποέμ - σαν αυτή που δεν είχα -  σαν αυτή που έχασα - θα την νοικιάζω - σ'όποια με συντροφεύει στον πρωινό μου καφέ - και θα της λέω ότι είναι η πρώτη μου - πριν τον καφέ μου
εσύ δεν πιάνεσαι - εσύ μόνο τελειώνεις - μέσα μου - στα άπιαστα

Tuesday 10 January 2012

Extraordinary life

Αν ζούσα πιο πολύ, πιο έντονα θέλω να πω,
αν το σπίτι μου ήταν ο δρόμος και δεν είχα τέρμα στην κάθε ημέρα,
αν η μέρα δεν είχε ώρες, και οι ώρες δεν είχαν χρώμα,
κι αν δεν έφτυνα το φαί μου
κι αν δεν αρνιόμουν τους ανθρώπους.
Άν ζούσα σ' ένα τσίρκο και έβγαινα απο κουρτίνες πολύχρωμες μέσα
και κοιμόμουν σε πολύχρωμα μαξιλάρια με μια τίγρη αγκαλιά,
αν ήμουν τσιγγάνός που γυρνά από παζάρι σε παζάρι πουλώντας την πραμάτια του
και το βράδυ σε νανούριζα με το βιολί μου δίπλα απο μια φωτία κάτω από τον ξάστερο ουρανό
Αν τα δεκαοχτώ μου τα είχα γιορτάσει σε μια έρημο τυλιγμένος  πλαί σε ένα περιπλανόμενο καραβάνι κι αν τα χριστούγεννα δεν έλεγα τα κάλαντα,
αν ο Τζίμ Μόρισσον μου είχε μιλήσει κι αν είχα φάει τα μούτρα μου ηθελημένα.
Αν γύρναγα απο πόρτα σε πόρτα και ρώταγα αν υπάρχει θεός,
και αν στα δέντρα σκαρφάλωνα τα βράδυα του χειμώνα τζιτζίκια κυνηγώντας,
αν τα καλοκαίρια έκανα σπίτι μου μια βάρκα χωρίς πυξίδα αντάμα, χωρίς άγκυρα καν,
αν έφτιαχνα στεφάνια απο λουλούδια δίχως να ειναι πρωτομαγιά,
αν έβλεπα φαντάσματα και καβαλούσα άλογο,
και φυσικά αν μου κλείνανε τα αστέρια το μάτι,
και αν τράβαγα τα μαργαριτάρια σα μαγνήτης, εκεί που θα κανα βουτιές στο Μαυρίκιο.
Αν κάθε μου νύχτα ήταν μαγική, με φεγγάρια να κυλάνε στα μαλλιά μου,
κι αν τα όνειρα μου ζωντάνευαν τα βράδια,
κι αν κάποια μέρα ένας Λορενς της αραβίας με συντρόφευε στα μακρινά μου ταξίδια μέσα στις άνυδρες ερήμους.
Αν σκόρπαγα χρυσόσκονη ανεβασμένός σε ταράτσες,
αν ζούσα σε πύργο σέρνοντας την σκουριασμένη πανοπλία μου,
αν έμπενα σε κάθε σκηνή κάθε βιβλίου να κάνω σαματά,
αν έτρωγα μόνο μπλέ φράουλες, και αν είχα εξασκήσει την τηλεπάθεια.
Αν ήμουν σούπερ ήρωας, 
κι αν έκλεβα καρδιές σε βάζα να τις κρατάω,
αν πέταγα,
κι αν ημουν ο Αδάμ κι η Εύα.
Τότε ναι, ίσως είχα να γράψω για κάτι διαφορετικό,
τότε ναι, ίσως να σας ανατίναζα το μυαλό με μια μου πρόταση.

Μα...είμαι εδώ, στο δωμάτιο μου,
τυλιγμένος σε μια κουβέρτα που δε συμπαθώ καν,
με το highlight της βραδιάς να είναι ο θόρυβος που κάνουν τα τραίνα στον σταθμό κυλώντας πάνω στις ράγες.
Συγνωμη.

Monday 9 January 2012

Νόημα..

Ένα κρεβάτι
και να είναι Αύγουστος,

και ξέρω εγώ να ξαναζήσω.

Χρίστος Λάσκαρης

Δεν υπάρχει φωτιά χωρίς φόβο

δεν φοβήθηκα τις στιγμές μας
ήξερα τι άγγιζαν τα χέρια σου
ήξερα ότι τα δικά μου μπορούσαν να σου κλείσουν τα μάτια

τις φήμες φοβάμαι

που ακολουθούν σαν ουρές
και χαλάνε την εικόνα του εξελιγμένου είδους

τις αρρώστιες φοβάμαι

αυτές που κουβαλάς και μεταδίδεις
όχι  τις αρρώστιες που σε γεμίζουν πληγές ανοιχτές
και ανοιχτές επιταγές θανάτου
ούτε τις αρρώστιες που σε αφήνουν ζώο που ξεψυχάς
στη θέα όλων
ούτε τις αρρώστιες που φανερώνουν πόσο πουτάνα αδερφή είναι η ψυχή σου
-ναι τώρα που δεν κάνει να τα λέμε για ανθρώπους τα ρίχνουμε στις ψυχές
για αυτούς τους ιούς ελέγχθηκα και βγήκα καθαρός
σαν γούνα γάτας , ακόμα βρεγμένη από το γλείψιμο
-κανείς δεν πρόσεξε τα ράμματα

μια άλλη κοινή αρρώστια φορτώθηκα

και είχα ήδη απομακρυνθεί από το ταμείο
και είχα ήδη πετάξει την κάρτα αλλαγής
τόσο αργά έγινε η διάγνωση
το κατάλαβα
όταν κάποιος πήγε να μου φυτέψει ένα λουλούδι
και εγώ τραβήχτηκα
και ξέχασα στα πόσα ευχαριστώ να σταματήσω
και προτίμησα να βρέχομαι στη στάση τις νύχτες
και να ζηλεύω αυτούς που φυτεύουν λουλούδια
στις πίσω και στις μπροστά αυλές
με τέσσερα χέρια στο χώμα

τις στιγμές φοβάμαι

εκείνες που δεν είναι δικές μας
και δεν ξέρω πόσες θα είναι
ούτε που
ούτε με ποιους

σήμερα πέτυχα το στόχο μου

αλλά δεν στο είπα
γιατί δεν θέλω να χαρείς για μένα
και να τις βγάλουμε να τις μετρήσουμε
και η δική σου να είναι μεγαλύτερη - η χαρά
μόνο εγώ θα χαίρομαι
τόσο
όσο πρέπει.

Sunday 8 January 2012

Ψυχή μαύρη

Μέσα στην ήρεμη νύχτα, κρέμομαι υπο το κίτρινο φως του λαμπτήρα απο μερικές αραιές αχτίδες φωτός εμπρός απο μια πόρτα που χάσκει στον θάνατο. Ανυποψίαστός. Μπορεί και αδιάφορος. Θέλωντας να σε τρομάξω, ξεχάστηκα για που πήγαινα.

Τρόμαξες κι έφυγες κι έμεινα. Να σας κοιτάζω, τον έναν μετά τον άλλον στα μάτια, προσμένοντας.
Ένα γλυκό παλιό δηλητήριο είναι όλη μου η σκέψη. Δείγμα για το μουσείο φυσικής ιστορίας των ανύπαρκτων όντων και παρόντων. Μέσα μου, μουσκεύουνε αμπάρια γεμάτα κλωστές μπερδεμένες και φωνητικές χορδές εξωτικών πουλιών και μακριές σιδερότριχες, τα δάκρυα μου που δε λεν να με κάνουν ανθρωπο.Ειναι απίστευτη η μοναξιό στον πάτο της ψυχής μας. Εκεί στα υγρά αζήτητα όπου μαζεύεται η κομπόστα των πρώτων λυγμών.

Καμιά ευφυεία κι οξυδέρκεια δεν αρκεί για να καλύψει τα μάτια που δεν με κοιτούν. Χωλένω, χωλένω, μικραίνω και πρασινίζω. Η καμπούρα μου γεμάτη σπυριά που σπάνε και χύνουν κίτρινες κατάρες. Κι εσυ που δεν με ξέρεις, που τρόμαξες κι έφυγες, πριν με αφορίσεις ξανά να χαθώ στα έγκατα της ανάποδης γης να μασουλώ τις ρίζες του δέντρου της ζωής, της χαρούμενης ζωής, της δικής σας ζωής, δεν θα δώσεις σημασία στην αχνή μπλέ σκιερή υπόκρουση στα μάτια μου

Human being

Ξέρεις..
μπορεί να είμαι ταλαιπωρημένο άτομο
με μία μόνιμη θλίψη στο πρόσωπό μου
και μάλιστα πολλοί να μου λένε
ότι μ'αρέσει να είμαι μελαγχολικός
μα μπροστά στο:
-να χαμογελάω με κάτι ασήμαντο
-να παίζω με τις σκιές που κάνουν κάνουν τα χέρια μου στον ήλιο
-να κάνω τη βόλτα μου στη θάλασσα
-να ανεβαίνω σε δέντρα για να φωτογραφίσω λεμόνια
-να δίνω σημασία στο ποιο ασήμαντο πράγμα που άλλοι το προσπερνούν βιαστικοί
-να μη χάνομαι μέσα στη μαζοποίηση
-να είμαι ευγενικός με όλους
-να χάνομαι κοιτάζοντας από το παράθυρό μου το βραδινό ουρανό
-να παρατηρώ επίσης από το παράθυρό μου τους ανθρώπους που περνούν
-να σκορπίζω αγάπη σε όλους
-να βοηθώ αυτούς που έχουν ανάγκη
-να προσέχω τα βήματά μου για να μη χαλάσω τις φωλιές των μυρμηγκιών
-να ζωγραφίζω χαμόγελα σε όλους τους γκρίζους τοίχους της πόλης με το ξύλινο μολύβι μου
-να χαμογελώ και να λέω την πιο ζεστή καλημέρα ακόμα και σ'αυτόν που με αντιπαθεί
-να λέω καλημέρα στους άστεγους του δρόμου,να τους χαρίζω ένα χαμόγελο και μια κούπα τσάι αντί
να τους προσπερνώ ρίχνοντας βιαστικά ένα κέρμα μπροστά τους
-να λιάζομαι ώρες ατέλειωτες στα βράχια,προσπαθώντας να σκιτσάρω
-να χαμογελάω κάτω από τη βροχή
-να βουτάω τα χέρια μου στις δακτυλομπογιές και να νιώθω ευτυχία
-να πιστεύω ότι το αστέρι που κοιτώ το βράδυ,το κοιτάει ένας ακόμη την ίδια στιγμή
-να πλάθω με το μυαλό μου όμορφες στιγμές ή και να αναπολώ ακόμα καλύτερες
-να χάνομαι σε όμορφες μελωδίες
-να περπατώ κοιτώντας γύρω μου κι όχι κάτω
-να ξεχνιέμαι με τις ώρες στα βιβλιοπωλεία

εεε ναι όλα αυτά δεν θα τα άλλαζα με καμία άριστη γνώση του συντακτικού και της γραμματικής,
των λατινικών και της ιστορίας
γιατί όπως και να το κάνουμε..
όσο "ψηλά" μπορεί να σε φτάσει η γραμματική και το συντακτικό,η ιστορία και τα λατινικά
δε σε κάνει άνθρωπο
κι όσο σημαντικό είναι να φτάσουμε "ψηλά"
άλλο τόσο-και περισσότερο- είναι να παραμείνουμε άνθρωποι.
Πάντα θα μείνω μέτριος στη γραμματική και το συντακτικό
δεν θα είμαι "ψαγμένος" και άριστος μαθητής
απλά αρκετά καλός...
Και αν θελήσω ποτέ να αριστεύσω
θα το κάνω για μένα.
{νομίζω μου αξίζει να κάνω κάτι και για μένα}
αλλά πάντα θα μένω άνθρωπος
και θα ζωγραφίζω χαμόγελα στους τοίχους.

Saturday 7 January 2012

Pause

Η ζωή χθές βράδυ πέρασε γρήγορα. Πολύ γρήγορα.
Ξέρεις πόσο γρήγορα περνάει η ζωή σ αυτά τα μαγαζιά, με τα φώτα που ώρες ώρες δεν υπάρχουν 
και ώρες ώρες σε τυφλώνουν και με τα ποτά που αλλάζουν χέρια
και τις μουσικές που χορεύεις και δεν ακούς.
Χορεύεις γρήγορα, μιλάς γρήγορα, κοιτάς γρήγορα, μεθάς γρήγορα. 
Ένιωσα το χρόνο να περνάει εκεί μέσα.
Κι όπως χόρευα απέναντι σου,γρήγορα,καλεσα το χρόνο να κανει ενα pause και να ρθει να καθίσει 
στον ώμο μου μια στιγμη.
Και σε κοίταξα.Βαθιά στα μάτια.
Εσυ χόρευες, εγώ οχι.
Αφου είχα σταματησει το χρονο σου λεω.
Σε κοίταξα απο πάνω μέχρι κάτω, μέσα στα μάτια και πίσω απ αυτά, τα μαλλιά σου, 
κι εκείνη την τούφα λίγο περισσότερο. Και τα παπούτσια σου.
Και ψιθύρισα στο αυτί του χρόνου "Για πόσο ακόμα θα είσαι ερωτευμένη μαζι μου;"
Δεν πήρα απάντηση φυσικά.
Αλλά είπα να πιστέψω τον Αινστάιν.
Ο χρόνος είναι μια απλή εφεύρεση του ανθρώπου.
Κι εγώ τον αγνοώ.

Friday 6 January 2012

Μυστικά


Υπήρξε μια εποχή που έγραφα τα ποιήματά μου στους τοίχους. Νόμιζα πως ήταν η μόνη λύση. Μια από εκείνες τις κρύες μέρες λοιπόν, κάπου στα βόρεια της πόλης, την ώρα που έγραφα, σταμάτησε μια κοπέλα κι άρχισε να διαβάζει το ποίημα.

-Μην το διαβάζεις, δεν τελείωσε ακόμη.

-Δε μου αρέσουν τα πράγματα που τελειώνουν.

-Τότε θα σου αρέσουν τα πράγματα που αρχίζουν.

Της συστήθηκα.

-Υπάρχει και το ενδιάμεσο στάδιο ξέρεις, μου είπε αντί για το όνομά της.

Αρχίσαμε να βγαίνουμε, μετά την παράξενη γνωριμία μας. Το αγαπημένο μου κομμάτι.

Όσο πιο πολύ την γνώριζα, τόσο πιο πολύ βεβαιωνόμουν πως συνέχεια προσπαθούσε να κρύψει κάτι. Δε με πείραζε όμως, ίσως να με γοήτευε αυτό.

Δε μιλούσε πολύ. Κοιτούσε συχνά έξω. Το μπαλκόνι της έβλεπε στην αυλή ενός εγκαταλειμμένου σπιτιού. Τις  περισσότερες ώρες τις περνούσαμε μπροστά από τη σόμπα με το ωραίο φως, στο κρεβάτι ή διαβάζοντας. Το δικό της αγαπημένο κομμάτι.

Όχι πως δεν καυγαδίζαμε. Αλλά οι καυγάδες μας ήταν κινηματογραφικοί, απλά κι οι δύο θέλαμε να παίξουμε, εμένα μπορεί να με ενοχλούσαν και λίγο τα μυστικά της.

Μετά από καιρό, βρέθηκα ένα πρωινό να ξυπνάω μόνος μου στο σπίτι της. Ανασηκώθηκα και μια τρελή ιδέα με διαπέρασε ολόκληρο. Όλα στη φόρα, δε μπορεί κάπου εδώ μέσα θα ήταν… αν έψαχνα εδώ μέσα, θα μάθαινα τί έκρυβε με τόση σχολαστικότητα.  Έκανα να ανοίξω το πρώτο συρτάρι, μα σαν ξαφνικά να λογικεύτηκα.

Κάθισα στην άκρη του κρεβατιού και την περίμενα. Ήξερα πως θα αργήσει, μα δε μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Κοιτούσα τον τοίχο, τον τοίχο με τις μαύρες γρατζουνιές. Κάτι ήταν κρεμασμένο παλιά εδώ.

Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε. Μπήκε στο σπίτι, στο υπνοδωμάτιο, μέσα μου.

-Τι συμβαίνει;

-Ξέρω πως κάτι κρύβεις, κάτι μεγάλο, απ’ την πρώτη στιγμή, δεν ξέρω εσένα, σήμερα το πρωί όλα πέρασαν απ’ το μυαλό μου πολύ γρήγορα, ξέρω αυτό που δείχνεις, σκέφτηκα να ψάξω, να γίνω κάποιος που δεν είμαι, να μάθω, δεν ξέρω αυτό που είσαι, απλά ενδιαφέρομαι και …έπρεπε να μάθω, αλλά δε το ΄κανα, καθόμουν εδώ και σε περίμενα, εγώ δεν έχω τίποτα να κρύψω, ήμουν εδώ καθισμένος, σ’ αυτή εδώ ακριβώς τη θέση και σε περίμενα.

Παρέμεινε ψύχραιμη, ψυχρή, με κοίταξε, δεν είπε τίποτα, δεν της αρέσουν τα πράγματα που τελειώνουν, αυτό εδώ είχε αρχίσει να τελειώνει κι εγώ είχα αρχίσει να νιώθω ανεπιθύμητος εκεί.

Μάζεψα τα ρούχα μου και βγήκα από το δωμάτιο. Κοντοστάθηκα.

-Τα μυστικά σου… τα λατρεύεις, ε;

-Ναι.

-Φυσικά, αυτά δεν τελειώνουν ποτέ.

Thursday 5 January 2012

Κυριακή

Μια Κυριακή απόγευμα
Είχα έναν άνθρωπο
Είχα έναν άνθρωπο
Κι έπιανα μπράτσο
Κι εκείνος ερχόταν ζεστός
Από κρεβάτι αλληνής
Της διπλανής
Της ζωής
Κορμί δανεικό
Βασιλικό μαραμένο
Ποτήρι σπασμένο
Παραδίπλα το γιατρικό

Τις πληγές

Τις μετράω εγώ
Και δικό μου το σπίτι παλιό
Τελικά ριζικό
Σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ
Κορμί τσακισμένο

Τις φωτιές

Τις ανάβω εγώ
Και δικό μου το άχτι παλιό
Τελικά ριζικό
Σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ σ’ αγαπώ
Και νεκρό
Να σε φέρει το τραίνο

Μια Κυριακή απόγευμα

Είχα έναν άνθρωπο
Είχα έναν άνθρωπο
Κι έπιανα μπράτσο
Δικό μου μόνο
Τώρα σκοτώνω
Κάθε περαστικό

Respect στο τραγούδι αυτό που μ' έχει στοιχειώσει τις τελευταίες ημέρες...

Με τι αρέσκεσαι;

θα συνδυάσω τις ιστορίες μου
να πλάσω μια νέα καλύτερη


δε μου αρκούν τα πρέπει
τα χρειάζομαι και τα φοβάμαι
δε με νοιάζει αν τρως μακαρόνια ή σκατά
για μεσημέρι
δεν αντέχω να σε βλέπω να λιώνεις ανάμεσα
στα πόδια του κόσμου


θέλω να βάλω και λίγο απ' το ποθώ
απ' το ξεχνάω κι απ' το μπορώ
με νοιάζει να μου λες για τον άνθρωπο που
έπεσε απ' τον 8ο και λίγο πριν διαλυθεί,
πέταξε
αντέχω ακόμη να βλέπω τις ουλές σου κάτω από τα
χριστουγεννιάτικα φωτάκια


ΔΕ ΣΟΥ ΑΡΚΟΥΝ ΑΥΤΑ;


ωραία, γιατί δεν έφτασα ούτε στη μέση


τα πρωινά για να ξυπνήσω
μου λέω ψέμματα
πως θα βγω έξω σε άλλο κόσμο
πως η ουτοπία μας θα ΄ναι πια ιστορία
θα ΄χουμε φτιάξει, λέει, πραγματικότητα καλύτερη κι απ' αυτή
θα 'χω ξεφορτωθεί όλα τα βάρη απ' το σώμα μου
και θα περπατάω λίγο πιο πάνω από το έδαφος


τα βράδια στα μπαρ χορεύω κοιτάζοντας μόνο κάτω
μήπως βρω σκουλήκι
με περισσότερη αξιοπρέπεια απ' τους θαμώνες
κι ύστερα για να κοιμηθώ
γαμιέμαι με τον εαυτό μου
και προσποιούμαι πως υπάρχει
κάποιος άλλος στο κρεβάτι
υπάρχει κι ένα φάντασμα βέβαια
-μέσα μου-
τόσοι και τόσοι μπήκαν
μήπως δε θα ΄βρισκε ανοιχτά;


η υπόλοιπη μέρα περνάει ωραία
κι οι εποχές περνάνε από πάνω μου
οι γιορτές με βρίσκουν πιο γιορτινό απ' όσο πρέπει
σαν τρανταχτό γέλιο που βγαίνει από πεθαμένο σώμα


τι χειρότερο από το να ζεις μόνο τις Κυριακές;
το να μη ζεις καθόλου, δεν περιλαμβάνει καμία συνείδηση


μερικές φορές αναρωτιέμαι πού χωράνε όλα αυτά
-μέσα μου-
στοιβαγμένα με την μουσική που παίζει ανελλιπώς
κι εκείνο το φάντασμα


νιώθεις πως με ξέρεις λίγο καλύτερα;
δεν είμαι εγώ
είμαι εγώ κι εσύ και όλοι μας


έλα να μπεις -μέσα- τώρα
γιατί έχει κρύο
κι εκεί έξω
πολλά ακούγονται


τις προάλλες μου είπανε πως κάποιος ερωτεύτηκε

Άτιτλο

πάντα υπάρχουν άνθρωποι να θυμούνται το τότε¨
εκείνοι που δε τους απόμεινε τίποτα, το νοσταλγούν κιόλας


εμείς διαγράφουμε από τις μνήμες μας ότι δεν περιλαμβάνει αλκοόλ
γαμήσι και πολλές άδειες ψυχές


τα βλέφαρά μας βάρυναν μαζί με το βάρος που επιλέξαμε να φορτώσουμε στο σώμα μας, φέρουμε μαζί μας μια ατέρμονη προσπάθεια να οδηγήσουμε τη ζωή μας κάπου


και καταντάμε να την οδηγούμε σε μεγάλα, κενά σπίτια, σε διπλά κρεβάτια για έναν, σε βροχερά βράδια που πατάμε σκατά στο δρόμο.


... φερόμαστε χαζά
φοβόμαστε μην μεταδώσουμε ο ένας στον άλλο την αρρώστια που κουβαλάμε όλοι.

Wednesday 4 January 2012

Δυο λέξεις

Θ' αρχήσω με τη λέξη έρωτας
και θα τελειώσω
με τη λέξη χώμα.

Τις ενδιάμεσες
θαρρώ πως τις μαντεύετε.

Tuesday 3 January 2012

Ερωτεύσου

Ερωτεύσου.
Ψάξε.
Βρες μια πόλη. Τρελή και πόρνη. Ερωτεύσου την.
Βρες ένα μικρό, γλυκό καφέ.
Βρες μια γεύση. Πικρή και πρωτόγνωρη. Ερωτεύσου την.
Βρες μια σελίδα. Κιτρινισμένη και σκονισμένη.
Βρες μια παραλία. Άγρια και τρικυμισμένη.
Βρες μια φωτογραφία. Παλιά ή γελαστή.
Βρες ένα κερί. Καψ'το. Και ερωτεύσου το.
Βρες ένα κορμί. Καψ'το κι αυτό.  Ερωτεύσου το.
Βρες δυο μάτια. Δες τα. Ερωτεύσου τα.
Δώσε νόημα.
Ξεκίνα.

Monday 2 January 2012

Πεταμένα νομίσματα σ' ενα άχρηστο φύλλο πορείας

κάτω από το παράθυρο μου
ανάμεσα στα πόδια μου
μπλέκονται
φωτογραφίες γάμων- ξένων
πόζες έρωτα
και πίσω θάλασσα
στα μάτια σου,  εξωτική -σαν από άλλη διάσταση
στα δικά μου , φόντο που προσπερνάω - από άλλη μία παράσταση

εδώ

παντρεύονται οι χρονιές
χάνουν μια ανεξαρτησία
μπροστά σε μια θρησκεία
ξεφτισμένη

λευκές σελίδες με πέπλα πατάνε πάνω στις παλιές

τις μαυρισμένες με σμόκιν καπνό ηλεκτρονικών τσιγάρων
για να νομίσουν ότι έχουν το πάνω χέρι
-το χέρι που θα ξεγράψει-
για να νομίσουν ότι όλα θα γράφονται τη στιγμή που γίνονται

νομίσματα που θα ξοδευτούν μέσα στο πρώτο μήνα του μέλιτος

μετά θα ξεχαστούν
όχι μόνο οι υποσχέσεις
αλλά και η όρεξη να υποσχεθείς

μάτια που λάμπουν

φώτα πορείας
σε ένα σκοτάδι που σβήνει
μετά από τρία καμπανάκια προειδοποίησης
ό,τι ακολουθήσει δεν είναι αληθινό

κραυγές ψαλμών των πιστών

εκκλήσεις βοήθειας κουρασμένης
εντολές πειθαρχίας απόλυτης
μουσικές χορού εξοντωτικού
καθρεφτίζονται όλες
σε ένα νερό που λιμνάζει

βόλτες που με περικυκλώνουν


αγαπάω τα συμπτώματα και τις συμπτώσεις

μου θυμίζουν ότι μπορώ να φοβάμαι ακόμα
κι ας ξεφυλλίζω συχνά μικρές αγγελίας απάθειας

η ακράτεια ελπίδων θεραπεύεται στους νέους

γιατί έχουν χρόνια
στους γέρους κιτρινίζει και βρωμάει απειρία
σταγόνες χαμένων ευκαιριών ρυτιδώνουν τη λίμνη

με τις πρώτες ρυτίδες

στο φευγαλέο καθρέφτισμα
φεύγω
έχω πολλά να προλάβω - όσο κρατάει το κόκκινο στα χείλη μου




Sunday 1 January 2012

Μεταναστεύσεις.....

Η πόλη μυρίζει σαν λουλούδια
που μετανάστευσαν
Και τι μυρωδιά είναι αυτή;
Μυρωδιά φυγής

δεν είναι η εγκατάλειψη του μέρους μονάχα
λείπουν κι απ' τα σώματα τους